Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2007

δώρον aντίδοτον


ν' αγαπώ


* κατά το "συμφιλείν έφυν" της Αντιγόνης

Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2007

μόνος προς μόνον


Παρατηρώ, εμφανώς καθυστερημένος και καταβεβλημένος ψυχικά, μία μεθοδευμένη και συστηματική διαστρέβλωση των εκάστοτε θέσεων που εκφράζω μέσα από αυτό το blog. Την ίδια στιγμή έχω διαπιστώσει μία σειρά από διαδικτυακές περσόνες που σταθερά συνδέουν το θείο τραγί με την επίκληση Θείε, είτε ως σχολιαστές μέσα στο άωρον, είτε έξω από αυτό. Και αυτό είναι άκρως παραπλανητικό και επικίνδυνο. Δεν είμαι ο “Θείος” και δεν είμαι θείος κανενός. Το όνομα που επέλεξα προ διετίας (και κάτι) όταν εισήλθα στην σμικρά τότε κοινότητα είναι “το θείο τραγί”, με πεζά. [βλ. σχετικά post υπό την ετικέτα “άωρον”, στον βραχίονά μου δεξιά]. 'Εχει σημασία που το καταγράφω εδώ, δεδομένου ότι υπήρχε (καλώς ή κακώς) περσόνα που υπέγραφε ως “Θείος” σε κάποιο δημοφιλές blog, και με την οποία οι απόψεις μου απέχουν παρασάγγας.

Ο προσεκτικός αναγνώστης [αλλά υπάρχουν σήμερα προσεκτικοί αναγνώστες; Εγώ τους περισσότερους σχολιαστές μου επιπόλαιους τους βρήκα και να με συμπαθάτε] θα παρατηρήσει πόσο επικριτικός τυγχάνω απέναντι σε όσους διαπιστώνω (εκ των υστέρων) ότι με έχουν διαβάλλει με τον συνήθη αυτό ή άλλους δηλωμένους τρόπους. Ο χοιροβοσκός, για παράδειγμα, για να αναφερθώ στον blogger που με συγκίνησε το πιό πολύ και στον οποίο επέδειξα άλλοτε πλήρη εμπιστοσύνη, ενώ βρέθηκα και στη δυσάρεστη θέση να καταγράψω στο άωρον (με πόνο που σχίζει τα σωθικά) κάποιες μου υποψίες απέναντί του, είναι αυτός που μού ενεχείρησε στις αρχές Ιανουαρίου του 2006 την πρόσκληση στο gmail του οποίου έκανα χρήση από ένα σημείο και έπειτα. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τού το είχα ζητήσει και προσφέρθηκε να μού παραχωρήση μία πρόσκληση. Νωρίτερα ο ίδιος είχε επιδιώξει να συνδέσει τις δύο μας ταυτότητες. Γιατί; Αυτό εμένα με θορύβησε. Προσπάθησε εξ αρχής να εμφανίσει (αλλά και μετέπειτα) δική μου γραφή ήδη αναπτυγμένη εδώ (βλ. χαρακτηριστικά το πρώτο ποστ του Σεπτεμβρίου 2005 για την Νέα ζουρλεάνη) ως δική του. Σε ιδιαιτέρο mail (άλλος κόλαφος αυτός) με καθησύχαζε πως η αρχική μου σύλληψη είναι παραπλήσια με τη δική του σκέψη και ως εκ τούτου εγώ (αλλά και από σεβασμό) δεν αντέδρασα περαιτέρω.

'Ομως, συνεχίζω να απορώ. Γιατί; Γιατί έγινε και γίνεται αυτό; Στη συνείδηση των bloggers, όπως έχει ήδη διαφανεί (κάποιοι μού το έγραψαν κιόλας), πολλοί μάς συνδέουν. Επετεύχθη, λοιπόν, ο αρχικός τους σκοπός; Και ποιοί είναι αυτοί που σκαρφίστηκαν έναν τέτοιο σκοπό; Υπήρχε εξ αρχής σκοπός σε αυτή ή την όποια άλλη διαβολή; 'Ηδη καταγεγραμμένο επίσημο σχόλιο, σε κάποιο τεύχος του Εντευκτηρίου του 2005, (του οποίου έλαβα πολύ-πολύ αργότερα γνώση) μάς καταχωρεί δίπλα δίπλα. Αλλά μάς διακρίνει κιόλας. Το άωρον κινείται “σε ανάλογο παιγνιώδες κλίμα”, γράφει εκειδά ο σχολιαστής [τ.70, σ.152]. Στη συνέχεια πολλοί bloggers μάς βάζουν δίπλα δίπλα στα links. Γιατί; Εγώ γύρεψα και γυρεύω το φώς. Ποτέ το σκοτάδι. Την αγάπη μου για τον χοιροβοσκό συνέδεσα με την αγάπη μου για την εκκλησία. 'Οταν αισθάνθηκα πως κάτι έτριξε απομακρύνθηκα. Παραμένω σταθερά προσηλωμένος στην πνευματικότητα της ορθόδοξης εκκλησίας. Κι αποτελεί μόνη μου καταφυγή· στην αυθεντική ζωή. 'Αλλο αν δεν τα καταφέρνω.

'Οταν δέχτηκα την αρχική πρόσκληση του Μισέλ Φάις να συμμετάσχω στο Hotel memory, ακόμη αδημιούργητο, βρέθηκα αντιμέτωπος με μιά σειρά από λογισμούς για το πως θα εξελιχθεί (χωρίς φθορές) μία διαδικασία μεταξύ αγνώστων. Το ενδεχόμενο κάποιος να μάς πειράζει ήταν μέσα στο παιχνίδι. Ενώ οι σειρήνες δεν σταμάτησαν ούτε λεπτό το τραγούδι τους. [Προσπάθησα να κλείσω τα αυτιά μου τουλάχιστον στις σειρήνες]. Η πρόσκληση ωστόσο συνοδευόταν από την αναφορά της μετοχής καμμιά δεκαριά γνωστών bloggers, στοιχείο που κάπως μού έλυνε τα χέρια για να την αποδεχτώ. Η ταυτότητα άλλωστε του ξενοδόχου, κριτικός λογοτεχνίας με συνεχή παρουσία στα γράμματα, θεώρησα πως αποτελεί εκ των πραγμάτων μία εγγύηση τουλάχιστον για την διαδικασία. Και αφέθηκα... Με τους “όρους μου” όμως, όπως τους ανακοίνωσα επίσημα κατ’ εκείνο τον καιρό στο άωρον και μετονομάζοντας, για μένα αποκλειστικά και την δική μου συνείδηση, το Hotel σε Φιλοξενείον [την λέξη δεν την είχαν ακόμη ιδιοποιηθεί άλλοι bloggers]. Μούρλια μου. 'Ετσι γούσταρα, βρε αδερφέ. Σιωπηρά το δέχτηκε. Κολακεύτηκα. Αλλά κι αυτός μού άλλαξε τα φώτα. Από το nick που του έστειλα πρόβαλε τελικά μόνον την ιδιότητα που δήλωσα: 'Ασημος γραφέας, λεξούλες παρμένες από την Μαριάννα μου. Και έτσι με καταχώρησε εκειδά. Κάπως έτσι ξεκίνησε το αλισβερίσι.

Στη συνέχεια είχαμε έντονη αλληλογραφία, την οποία χάρηκα. Αλλά και προβληματίστηκα. Μού ενεχείρησε φωτογραφίες του, αναφορές στον τύπο κλπ. Με κάλεσε στις εκθέσεις του. Με προσκάλεσε να δώ παραστάσεις του έργου του. 'Αρχισα να μελετώ το έργο του. Θεώρησα πως πρέπει να έρθω σε επαφή μαζί του, τουλάχιστον για να βεβαιωθώ μέχρι την τελευταία στιγμή ότι κάποιος δεν μού κάνει πλάκα. 'Οτι δεν έμπλεξα με κάποιο γραφείο δημοσίων σχέσεων φερ’ ειπείν. [σημ. Πολλοί μού έκαναν πλάκα στο παρελθόν (όπως και τώρα συνεχίζεται αυτό) και είναι όλα καταγεγραμμένα στα κατά καιρούς σχόλια που εγράφησαν στο άωρον. Αξίζει να κοιτάξει κανείς τότε που δημοσιεύονταν όλα τα σχόλια ακρίτως και ο καθένας περνούσε την γραμμή που ήθελε εις βάρος μου –έδειξα ώς ένα σημείο ανοχή. Θα μπορούσα όμως να δημοσιεύσω κάποτε και όλα εκείνα τα υβριστικά σχόλια στη σειρά που αφέθησαν κατά τον καιρό της ελεγχόμενης δημοσίευσης σχολίων. Θα έβλεπε κανείς ένα μωσαϊκό του ιδίου φυράματος. Πόνεσα και πονώ]. Ζήτησα λοιπόν, να γνωρίσω τον ξενοδόχο. Αποτέλεσμα; Με συγκίνησε και η δια ζώσης παρουσία του. Σταθερά με περιέβαλλε με την αγάπη του. Ας δεχτεί από εδώ ξανά ένα ελάχιστο “ευχαριστώ”.

Εγώ ενδιαφέρομαι για την γραφή. Αποτελεί σταθερά, για μένα, το ζητούμενο. Είναι ολοφάνερο, όμως, πως δεν τα καταφέρνω στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους. Γιατί όμως γίνεται αυτό το παιχνίδι εις βάρος μου; Τι προσπαθούν ορισμένοι να κερδίσουν; Ευελπιστώ να συνετιστούν. Αλλά δεν το βλέπω να γίνεται. Είπαμε, η διαβολή είναι συστηματική. Απόστημα που έχει χρονίσει. Μακάρι να είχα τον καιρό να βρίσκομαι νυχθημερόν στο ίντερνετ για να παρακολουθώ τις εξελίξεις. [Τρίχες!] Αυτό είναι αδύνατο. Ανειλημμένες υποχρεώσεις, οικογενειακά βασανάκια και ο μόχθος της βιωτής με σμπρώχνουν έξω από αυτό. Αν κάποιον τον αδίκησα στις κρίσεις που εξέφρασα τούτα τα δυόμισι χρόνια, ας το δηλώσει, ώστε να διευθετηθεί και αυτή η εκκρεμότητα. Αν και θέλω να πιστεύω πως οι απόψεις μου ακουμπούσαν πάντοτε στα ίδια τα κείμενα-λέξεις που σχολίαζα.

Το παιχνίδι εις βάρος μου και η συνεχής διαβολή, παραμένει. Κι αυτό είναι επαρκής λόγος για να κλείσει αυτό το blog. Δεν έχω ούτε την δυνατότητα ούτε την θέληση ούτε την διάθεση να αναμειχθώ σε (διορθώνω: να “στήσω”) άλλο blog, όπως αποδεδειγμένα πράττουν οι επαΐοντες, για να βγάλω άκρη. 'Ακρη στο διαδίκτυο εγώ δεν μπορώ να βρώ. Μόνη μου καταφυγή η έξοδος. Εκεί. Μόνος προς μόνον.


Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2007

πεντζίκη στης 'Oλιας διαβάζω


Επιστρέφω στην ποίηση. O καθένας, άλλωστε, αρπάζεται απ' ό,τι βρεί.

Πέρυσι, άνοιξη ήτανε θαρρώ, καταχώρησα εδωδά ένα του παιζωγράφου Πεντζίκη λάλημα, από πεντηκονταετίας (και βάλε) δημοσιευμένο σε συλλογή (1952), το οποίο μού 'χε άλλοτε τραβήξει την προσοχή. Και μ' έχει ομολογουμένως συγκινήσει πολύ: "Από τα πιό δυνατά αφεψήματα στη διάρκεια του (αναιδούς κάποτε) βίου μου...", έγραφα. Πρόκειται για το ποίημα με τίτλο: Ατένιση θησαυρού.

Την έκπληξη γνώρισα ξανά όταν αναπάντεχα βρήκα μιά πρώτη εκδοχή του ποιήματος δημοσιευμένη στο βραχύβιο blog της ηθοποιού 'Ολιας Λαζαρίδου... Η ίδια σημειώνει:

"Κάποτε, βρέθηκε στα χέρια μου, αυτό το ποιήμα του Πεντζίκη. Αυτός που μού τόδωσε μού είχε πεί ότι ήταν ανέκδοτο... ποιος ξέρει..."

Την ευχαριστώ πολύ για την καταχώρηση και την παρουσίαση που κάνει εκειδά, μα το ποίημα στην τελική του μορφή, όπως είπα, δεν είναι ανέκδοτο. Αξίζει κανείς να συγκρίνει τις δυό περιπτώσεις.

Η έντυπη εκδοχή του 1952 έχει σφιχτότερη δομή και άλλην βαρύτητα. 'Αλλην συνοχή στους στίχους. 'Αλλου είδους συγκίνηση προξενεί η τελική σύνθεση. Ο ποιητής ξαναδουλεύει στίχο-στίχο το υλικό της αδημοσίευτης εκδοχής φέροντάς το στο ποθούμενο ύψος για την τέχνη του. Παράβαλε ενδεικτικά πως συμπυκνώνει τα νοήματα στην τελευταία στροφή:

Το πρωτόλειο κείμενο που παραδίδει η 'Ολια:
Το εσύ και το εγώ απλωμένα εκεί ονειρεύονται,
μέσα στη σκοτεινή πολλαπλότητα των σωμάτων
τόνα με τ
' άλλο,
την πολύτιμη του λίθου διακρίνουν ποιότητα,
ο ένας μέσα στα μάτια τα ζωντανά αφέντης του άλλου.


Γίνεται στην τελική του μορφή ως εξής:
Τα πρόσωπα ξαπλώνουν εκεί κι' ονειρεύονται,
ξεχνώντας των σκοτεινών σωμάτων την αριθμητική,
μπορούν και διακρίνουν την πολύτιμη ποιότητα
του λίθου, με τα μάτια τ’ άγρυπνα του νού.


Υποψιάζεται τώρα κανείς, πόση γίνηκε η χαρά μου με το που αντίκρισα και την αδημοσίευτη μορφή του ποιήματος στα διαδικτυακά κιτάπια (και χέρια) της αγαπημένης 'Ολιας Λαζαρίδου, η οποία προσθέτει:

'Ενα δεύτερο ποιήμα, ειναι ο τρόπος που αυτός ο άνθρωπος σχημάτιζε τίς λέξεις...Τα ξ του, τα θ του, οι περισπωμένες του, είναι σαν ανθισμένοι κήποι. Μπορείτε να τους φαντάζεστε καθώς θα διαβάζετε...


Την ευχαριστώ από καρδίας.


Το παρόν αφιερώνεται στους ευήθεις Σαλονικείς κι όχι στους κακοήθεις που μάς πλευρίσαν από διαδικτύου κατά καιρούς...


Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007

συνηχήσεις


Στα ποικίλα ταχυφαγεία της νυχτερινής Αθήνας, έτσι ντυμένη πού 'ναι στα γιορτινά της, οι γραικόφωνες οι κοπελιές πίσω από τον πάγκο, ρωμηές από χώρες μάλλον της πρώην ΕΣΣΔ τα βάθη, οι οποίες τουλάχιστον βρήκαν δουλειά έστω σε ακατάλληλες ώρες και ζούνε το όνειρο μιας χαμένης αν όχι ήδη κερδισμένης πατρίδας, δέχονται παραγγελίες από παρέες νηστικών κυπρίων φοιτητών που συσκέπτονται μ' άλλη φωνή για το τί θε να φάνε. Οι παραγγελίες διοχετεύονται στους ομοφώνους των κοπελιών στα ενδότερα του φούρνου κι ο αθηναίος που στέκει απ' ανάμεσα, μελετά τις εναλλαγές στα ακούσματα και την φωνή θαυμάζει, ενόσω περιμένει τα ετοιμοπαράδοτα.


Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2007

εκ παραλλήλoυ


Οι εμπρησμοί των δασών και η καταπάτηση των καμένων δασικών εκτάσεων από τους οικοπεδοφάγους, πέρα από την υλική, οικολογική ή και ηθική σημασία τους, θα μπορούσαν να ιδωθούν και μέσα από μια συμβολική προοπτική: εκείνη της αντιποιητικότητας, η οποία χαρακτηρίζει τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα.

[...]

Αν σκεφτούμε ότι ένα μεγάλο μέρος (αν όχι το μεγαλύτερο) από τις 500.000 περίπου στρέμματα που καίγονται κάθε χρόνο (από τα οποία μόνο 50.000 αναδασώνονται) πυρπολούνται δια χειρός ανθρώπου, δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι ο 'Ελληνας είναι όν αντιποιητικό.

Νάσος Βαγενάς, Η ποιητική του δάσους (1993).


Εναρκτήρια φρασούλα μιάς μελέτης για την εμφάνιση της έννοιας και της εικόνας του δάσους στην μοντέρνα ποιητική. Αποκτά ιδιαίτερη σημασία την Ημέρα του Περιβάλλοντος, κυρίως για την θιγμένη μας συνείδηση.


Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2007

ένα παράδειγμα· ή αλλιώς, οι ειδήσεις των οκτώ


'Eνα ενδιαφέρον παράδειγμα μάς δίνει ο artattack. Αντιπαραβάλλοντας δύο ομόπτωτα έργα ζωγραφικής αποφαίνεται για το ελλeίπον: "Μια καλοντυμενη και ακριβη ζωγραφικη κορνιζαδικου, εξοχως ελκυστικη γι' αυτους που αγαπαν(μ)ε την τεχνη και την μαστορια αλλα με την απουσια της ψυχης και του παθους.Δυο στοιχεια που ειναι απαραιτητα για να ονομαστει μαζι με την τεχνικη ενα εργο απο κοινοτυπο σε αριστουργημα".

Νομίζω πως με αυτό μου το σχόλιο μίλησα παραπλήσια γλώσσα, αναφερόμενος στα σημεία, που δείχνουν να το κέρδισε το παιχνίδι. Αν και υπάρχει το ενδεχόμενο το συνολικό έργο, το εκάστοτε κρινόμενο, να μην κατορθώνει πάντοτε το ποθούμενο.

Μένει να μάς δώσει ο αισθητικός αρθρογράφος-blogger και ένα κατατοπιστικό παράδειγμα (που να κατορθώνει το αυτό) από την "αισθητική των Destroy-Deste", στην οποία ομνύει.

*

'Αλλο παράδειγμα: Στην κριτική που κάνει κάποιος giorgosmixos στην πρόσφατη συλλογή της Δημουλά, διακρίνω την πολεμική που ασκεί ο Ρένος σε κάποιους στίχους του Ελύτη. Ανάτρεξε στις σχετικές σελίδες της Ανθολογίας του. Κι όταν την ακούσεις, σφύρα μου.

*

Εν κατακλείδι: Οξυδερκής, αυτός που έχει οξεία κρίση και αντίληψη, αυτός που αντιλαμβάνεται σωστά και γρήγορα τα πράγματα... (από τα λαϊκά τα λεξικά παρμένο). Για τους αμέτοχους: ξύδι. Για τους πιστούς: ξυδάκι! (έστω με κεφαλαίο το αρκτικό). Ευχαριστώ.

*

Για όσους πάλι έμειναν εκτός, παρέχουμε αξιοθέατο περιδιάβαση σε blogs άλλης γραμματοσειράς. Νά εδωδά κι εδώ. Γιατί όχι;
Ο ίδιος.


[Προσθ. του μηνός Νοεμβρ. λήγοντος· -Διές! Διές, Αννιώ μου! διές αντί πόσου επωλούντο τα οψώνια την εχθές...]


Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2007

ανθρώπους καί κτήνη σώσεις, κύριε


Ενδιαφέρουσα η υπεράσπιση της τέχνης (ας την αποκαλέσω έτσι) από τον κ. Ξυδάκη, τις προάλλες. Με δυό-τρείς απλωτές ο άνθρωπος βγήκε στη στεριά, aφήνοντας όσους πιστούς εις έτι να πελαγοδρομούνε.

Πώς αλήθεια θα προφυλαχθούμε από την φλυαρία των εκ προμελέτης σχολιαστών; Και τί νόημα έχουν τα 'επιχειρήματα' όταν έχει χαθεί το κέντρο; -και το μέτρο;

*

Καλή και η εικονική διάσταση του θέματος (εικον. Δ. Χανιώτη -πόθεν αλήθεια;).

Μον' δεν κατάλαβα γιατί χρησιμοποιήθηκε το αρχαίο μου τετράστιχο απ' έναν εκειδά σχολιαστή κι όχι το πιο πρόσφατο μονόστιχο μιάς φθινoπωρινής γλύκaς (6 Οκτ. τρ.). 'Οπως και να το κάνεις φωτίζει καλύτερα το δοθέν εικόνισμα, αυτό με το σαλιγκαράκι.

*

Εν κατακλείδι: Χρειαζόμαστε ακόμη πιο οξυδερκείς τους σχολιαστές. Ακόμη πιο καυτερές τις ματιές στο internet, ζητούμε.



'Εγραφα μεσ' στη σιγαλιά
τό παρακευόβραδο απόψε.


------
στον στίχο, ψηλά, το ψαλμικό λε'7.


Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2007

συνάφειες


Ο Ροδάκης μάς δίνει έτσι τον πρώτο πλαστικό κανόνα. Δεν φτάνουμε ποτέ ίσα στην πόρτα του αττικού σπιτιού, μα θα κάνουμε μια βόλτα ή θα λοξοδρομήσουμε, και αυτό για να δοθεί μια έκφραση πλαστικής ευαισθησίας του ελληνικού τοπίου.
Κανόνας απλός, μα δύσκολος, να εξυπηρετήσεις αισθητικά μα και πρακτικά μίαν ανάγκη.

*

Για μένα αυτή η εναλλαγή ρόλων αντανακλά, πέραν της πνευματικής συνάφειας και του ψυχικού δεσμού, και ένα εμβληματικό στοιχείο της εποχής: το έμπρακτο αίσθημα συλλογικότητας, συνεργασίας και αλληλεγγύης στη δημιουργία.


*


Σε συνέχεια του προηγούμενου, παραθέτω σε δυό παραγράφους ό,τι ξεχώρισα και συγκράτησα από το ολιγοσέλιδο τεφτέρι των Klaus Vrieslander & Τζούλιο Καΐμη, Το σπίτι του Ροδάκη στην Αίγινα (επιμ. Μ. Φάις, Ακρίτας 1997).

Το πρώτο χωρίο (σ.38, πρβλ. σσ.25-26) με ενδιαφέρει ως απόλογος των δύο φίλων, μελετητών (1934) της λαϊκής αρχιτεκτονικής, μαθητών(;) του μεγάλου δάσκαλου Δ. Πικιώνη.

Στο δεύτερο (σσ.63-64) διακρίνω το καταστάλαγμα του επιμελητή της έρευνας και της έκδοσης, Μ. Φάις. 'Ερευνα που διενήργησε πάνω στην πνευματική συνεισφορά μίας φιλίας (δύο εταίρων) στον ίσκιο ενός δασκάλου. Το σημειώνω όμως και για έναν άλλο λόγο. Διότι θα μπορούσε άνετα αυτό το ρεζουμέ να διατυπωθεί και για την δική μας, δέκα έτη μετά, διαδικτυακή εποχή. Εφαρμόζεται γάντι, νομίζω, έτσι ρευστή που είναι σε κάθε είδους δημιουργία, και διασταυρώσεις πνευματικής πορείας.

Ο ίδιος πρότεινε και επιμελείται στην σμικρά ελληνόφωνη διαδικτυακή μας κοινότητα το Hotel memory, έναν τόπο όχι μόνο μυστηρίου(;), αλλά και συνάφειας πνευματικής γύρω από το ζητούμενο της γραφής.


Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2007

ενός άλλου, ή ο φτωχός και πρίγκιπας


Το γύρισε σε βροχή. Μ' ένα κοσσυφάκι κάθομαι συντροφιά στο παραθύρι. Κάτι σα να θέλει να μού πεί. Στο δεύτερο τσίπουρο, σηκώνομαι και πάω. Πέταξε και το πουλί.


*


Μ' αρέσουν, τελικά, τα χρώματα του Μαντζαβίνου· ψυχρά πέρισυ, στην έκθεση για το Καλοκαίρι· θερμά φέτος, του νέου φτωχούλη [του Θεού], και κίτρινα. Κι η παραμικρή 'ατέλεια' στον χρωστήρα, ανεβάζει την αξία του τελάρου με τα έντονα χρώματα. Απλωμένα στον καμβά, μοιάζουν να σε τραβάνε από τα μαλλιά. Θέλουν να τα κοιτάς και τα κοιτώ. Στέκομαι και κοιτώ, επίμονα. Κρύβομαι πίσω από τα χωρίσματα και κοιτώ. Κάποτε καθρεφτίζομαι μέσα τους· σε κείνο το πρόσωπο που αμίλητο με κοιτά. Τότε αναβλύζουνε κλάιματα.



*


[τον είπες· καημοί]

Και κείνος δείχνει χαρούμενος. Πολύ χαρούμενος. Ανάμεσα στους φίλους του. Συναντηθήκαμε, που θά 'λεγε ο Θεόφιλος, και δώσαμε και τα χέρια. 'Ετσι το έλεγε· και δώσαμε και τα χέρια… 'Εμοιαζε με παιδί στο παιχνίδι του αφημένο και χαρά μεγάλη· σε παιδική, άγρια, τον είδα, χαρά και αεικίνητος. Και τον έχανα, όπως η μάνα το παιδί, πότε εδώ, πότε εκεί, τον παρέσερνε το παιχνίδι του, ανάμεσα στους ανθρώπους.

Το όνειρο του καραγκιόζη· η άμμος τ' ουρανού· τα παπούτσια πήρα, λύρα στην άμμο· και η σιωπή π' απλώνεται τη στιγμή αίφνης που τα πρόσωπα εγγίζουν, ζυγώνουν το ένα στο άλλο και σμίγουν καθώς γυρεύουν να πάρουν το φιλί.



-------
το δελτίο τύπου εδωδά. Το λεύκωμα επιτόπου.


Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2007

εγκαύματα 13, 3


Κερκίνη


.Λίγα μαύρα γελάδια
.δίπλα σε μιά λίμνη
.σ' ένα μικρό λιβάδι

.Σκαρήσαν πιο κεί ένα τσούρμο
μικράκια· .. βόδια της σειράς
........ βουβάλια *
.... βετούλια παιχνιδιάρικα
.στους τρόπους θηλυκά
.σε τραβάνε

................... 'Αλλο παρ' έκει
.κοπάδι από ισχνά μοσχάρια
.λιάζεται στις όχθες του Στρυμώνα
.πάλλευκα, χρυσά

.Βυρώνεια 19:28
.Θεσ/νίκη 21:20
.με καθυστέρηση δύο ωρών






* σχόλιον· «κι αυτό το βουβάλι του μακεδονίτικου κάμπου τόσο υπομονετικό
τόσο αβίαστο, σα να τό ξέρει πως δεν φτάνει κανείς πουθενά»

ΣΕΦΕΡΗΣ, Ωραίο φθινοπωρινό πρωΐ· 1937



Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2007

και οι δύω


Tω αυτώ μηνί Λ΄, μνήμη των aγίων μaρτύρων και αυταδέλφων Ζηνοβίου και Ζηνοβίας.


*

Συγκαρτερεί σοι Ζηνόβιε το ξίφος,
H καρτερόφρων καν γυνή Ζηνοβία.
Tμήθη Ζηνοβίη και αδελφεός εν τριακοστή.


*

Oύτοι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σϟ΄ [290], τέκνα γονέων ευσεβών. Πιασθείς δε πρώτον ο Ζηνόβιος, παρεστάθη εις τον ηγεμόνα. Όταν δε ερώτα αυτόν ο ηγεμών, τότε και η αδελφή του Ζηνοβία παρέδωκε μόνη τον εαυτόν της εις τους δημίους. Όθεν δέρνονται και οι δύω. Kαι βάλλονται μέσα εις καζάνι γεμάτον από πίσσαν. Eπειδή δε εφυλάχθησαν αβλαβείς με την χάριν του Θεού από την ανωτέρω βάσανον, διά τούτο αποκεφαλίζονται διά ξίφους. Kαι ούτω λαμβάνουν τους στεφάνους του μαρτυρίου. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτών, όρα εις τον Nέον Παράδεισον 1.)


ΣΗΜΕΙΩΣΗ 1.) Tον ελληνικόν Bίον τούτων συνέγραψεν ο Mεταφραστής. Oύ η αρχή• «Αιγαί πόλις εστί». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη των Iβήρων και εν άλλαις.)



(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)


[τον Συναξαριστή αναδημοσιεύει για το διαδίκτυο το Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, δες εδωδά.]


Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2007

γaτόπaρδos


Βυθίστηκα αναπαυτικά στη θέση μου κι αφέθηκα να μυρηκάζω την άκρη του μίτου με την ταξειδιάρα μου ψυχή να αναμασά πάλι και πάλι τα βαθυκίτρινα εκείνα λωτούντα πεδία της σικελικής ενδοχώρας καθώς πρόβαλαν στην μεγάλη οθόνη. Απέμεινα να διασχίζω ξανά και ξανά, όπως και τότε, την γραμμή Agrigento - Palermo, με το βλέμμα να χάνεται στα ροδαλά της χωράφια. Κι από το ταρατσάκι της αρχοντικής βίλας να ζυγίζω την έξοδο στον κόλπο του Παλέρμο με τα βραχώδη δακτυλικά του υψώματα.

Για τρίτη εβδομάδα προβάλλεται η κόπια σε κάποιον αθηναϊκό κινηματόγραφο. Παρά τα εκατoνογδονταεπτά του λεπτά, ο Γατόπαρδος, κυλάει αβίαστα, πλήρης χάριτος.


--------
* Ιl gattopardo, φιλμ του Luchino Visconti (1963), βασισμένο στο ομώνυμο έργο του σικελού Giuseppe Tomasi di Lampedusa (1958).


Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2007

φούνες


'Οντας έτσι καθαρή η ατμόσφαιρα, από κάθε ρύπο, το βλέμμα αφήνεται χαρωπά να δρασκελά στις ράχες του βουνού απάνω και να διακρίνει λεπτομέρειες μέσα στα δέντρα, στις δασωμένες του ακόμη πλευρές.

Αντίκρυσα νωρίτερα αυτή τη διαφάνεια στο βουνό και τη χάρηκα. Ξανάνιωσε το πράσινό του δάσος κι η αύρα τώρα με διαπερνά, 'δώ κάτω. Μα θά 'ρθει κι άλλη βροχή... Τα νέφη υγρά ανασαίνουν στην κορφή του. Κατεβαίνουν λίγο από τη μιά, μαζεύονται έπειτα, κι ολοένα αλλάζουν τη μορφή κρύπτοντας και αποκρύβοντας νοήματα στις πλαγιές, ψηλά.

Καθώς το βλέμμα θέλγεται από την λεπτομέρεια η μνήμη με τη σειρά της φουντώνει και γυρεύει την αρχή. Στον Φούνε τον Μνήμονα, όπως τον ξεμονάχιαζα σ' αλλοτινούς καιρούς, (δες πώς τον σχολιάζει σήμερα κάποιο κορίτσι οξύ -σε τούτη ή, μιάν άλλη πόλη, δεν το ξέρω-) αναγνωρίζω την πρώτη, στα 1942, λογοτεχνική αναφορά -με συνέπεια- στον αυτισμό!. Η διάφανη, από τον μάστορα Μπόρχες, περιγραφή δεν ανάγεται τόσο στον νιτσεϊκό υπεράνθρωπο, όσο την ατιμασμένη στα κέντρα του εγκεφάλου ψυχή, που αποκτά αίφνης την ελαττωματική διαύγεια του αυτιστικού ατόμου, με τα γνωστά εκείνα συμπτώματα. Τί σού λέω. Τον θυμάσαι, βέβαια, τον άνθρωπο της βροχής!.


Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2007

ζωούλα πηχτή...


Νάτη να την βροχούλα! Πηχτή βροχούλα και κρύο μαζί. Θέλω ν' αντιγράψω, ο τραγίμαλλος, από έναν νεαρό ποιητή (έγραφε στα blogs το καλοκαίρι, μετά την κοπάνησε κι αυτός):



χειμωνιάζει στα βλέφαρά μου
θεατής
μιας ταινίας κλεμμένης
ευσταλής και αστείος

κρυώνω, βρεφική μου κουβέρτα
μοναχός
μιάς θρησκείας σκληρής
έρημος

σ' αγαπάω, στο λέω και παγώνω
περιττός
πιο λίγος
λίγο πιο λίγος
λιγότερος από λίγος
μα δεν σε αγαπώ, σε αποζητώ
και σε κοροιδεύω
ζωούλα πηχτή
στον πάγο
περίπου ξεχνώ
.
ένα ακόμα καλοκαίρι που επιπλέω


executed by Y.K.M.T. at 12:26 πμ μιά μέρα καλοκαιρινή



------
νά 'ναι καλά το παιδί. Ονόμαζε το blog praxis vias.


Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2007

εν χρώ


Μεσημέρι. Υπέροχος ήλιος. Βγήκα στο μεσημβρινό μπαλκόνι να στεγνώσω τα μαλλιά μου στη ζεστούλα. Με κεντάει με τις καυτές ριπές του. -/- Ξημερώματα και το κρύο τσούζει. Προτού ακόμη ξεμυτίσει ο ήλιος στο γκρίζο στερέωμα έν' αστέρι. Με αναζωογονεί κείνο το πρωϊνό το βοριαδάκι στο πρόσωπο. Στο πετσί το νιώθω. Κάπως έτσι μένω, εδώ. Στις παρυφές της μεγάλης πόλης δεμένος. Η αίσθηση του περιβάλλοντος μού είναι οικεία. Στις αισθήσεις. Και μιλιά λεμόνι.



[στη ζεστή αγκάλη σου, κρύο]


Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2007

σκόλοψ


"Και
τη υπερβολή των αποκαλύψεων
ίνα μή υπεραίρωμαι,
εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί,
άγγελος σατάν
ίνα με κολαφίζη
ίνα μή υπεραίρωμαι.

Υπέρ τούτου τρίς τον Κύριον παρεκάλεσα
ίνα αποστή απ' εμού
και είρηκέ μοι
αρκεί σοι η χάρις μου
η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται."

(δεύτερη προς Κορινθίους επιστολή Παύλου, κεφ. ιβ' στ. 7-9).



*


Χθές κατά τη διάρκεια της πρωτεϊκής εκείνης βροχής, που ίσως διαλάμψει κι απόψε, μελετούσα τον απόστολο της προηγούμενης (7-10-07) Κυριακής. Συγκράτησα τον στίχο 7 και τη συνοδεία του (στ. 8-9).


-----
* σκόλοψ βάσανο, παλούκι.


Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2007

φθινoπωρινή γλύκa


Τέτοιες γλυκές ημέρες νόστιμες, θυμάμαι, γύρισα κι είπα της μ' ένα θλιμμένο βλέμμα -και παραπονιάρικο γλυκό μου:

"το μουνάκι σου έχω για φυλαχτό, μωρό μου".


*


Ερωτηΐδος μάρτυρος σήμερα, έξη του Oκτώβρη και μνημονεύω κυρ-Νίκον του Γαβριήλ Πεντζίκη. Ας όψεται η ΝεραΙδόνα...

P.S. Την ευχαριστώ για την ανταπόδοση.
Ο ίδιος. [Η αρχική καταχώρησή μου -προ διετίας- εδωδά.
]


Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2007

εγκαύματα 2, 2


στιχηρό
Κυ κλώψ λαλεί:

Ξένε, πού είσαι;

Ξένε, πώς ονομά ζε σαι;


Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2007

κardia ελεήμων


Και τί εστι καρδία ελεήμων;
Καύσις καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως
υπέρ των ανθρώπων, και των ορνέων, και των ζώων, και των δαιμόνων,
και υπέρ παντός κτίσματος.
Και εκ της μνήμης αυτών και της θεωρίας αυτών ρέουσιν οι οφθαλμοί αυτού
δάκρυα.
Εκ της πολλής και σφοδράς ελεημοσύνης της συνεχούσης την καρδίαν,
και εκ της πολλής καρτερίας σμικρύνεται η καρδία αυτού,
και ου δύναται
βαστάσαι ή ακούσαι ή ιδείν βλάβην τινά ή λύπην μικράν
εν τη κτίσει γινομένην.
Και δια τούτο και υπέρ των αλόγων, και υπέρ των εχθρών της αληθείας και υπέρ των βλαπτόντων αυτόν εν πάση ώρα ευχήν μετά δακρύων
προσφέρει,
του φυλαχθήναι αυτούς και ιλασθήναι αυτοίς,
ομοίως και υπέρ της φύσεως των ερπετών
εκ της πολλής αυτού ελεημοσύνης
της κινουμένης εν τη καρδία αυτού αμέτρως
καθ' ομοιότητα του Θεού».

Ισαάκ ο Σύρος,
από τα ευρεθέντα ασκητικά, λόγος πα', (σ. 306).



*



Πέντε η ώρα τα χαράματα και ένα λαμπρό αστέρι στην ανατολή αντιφεγγίζει τον πανσέληνο που κατά μόνας ασημίζει καθώς βασιλεύει απάνω από το άστυ.

Νωρίτερα αποδόθηκε η αγρύπνια προς τιμήν του αββά Ισαάκ σε κάποιο ναΰδριο στα ανατολικά των Αθηνών. Αν και η μνήμη του τιμάται κυρίως την εικοστή ογδόη του Γενάρη (όχι Σεπτεμβρίου) μαζί με τον Εφραίμ, έτερον Σύρο (κι όχι έλληνα το γένος).


*


Τα είδα και για τούτο μιλώ. Στοχαζόμενος πως και τα κοτσύφια επανέκαμψαν -μετά τις πυρκαγιές π' ανάψανε στα υψώματα ολόγυρα της πόλης. 'Εποπες σταθεροί στις φιλίες τους προς τους πενθούντες και διψώντες το λάλον [ύδωρ], επέστρεψαν στα προάστια. Αγάλλομαι στους κήπους.

Θανατικό στην πόλη περίστερα οαρίζουν λιγωμένα στους δρόμους πατημένα και λιωμένα στους αττικούς λογισμούς.


*


Μετά του κυρ-Ισαάκ, ανάλογη ευαισθησία σημειώνει η βιωτή σημερνών γεροντάδων και το δεικνύουν με το έργο τους οι πνευματικοί...



Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

δoκίμιo για τoν ανθρωπoδιoρθωτισμό


Από τότε που πιάστηκα με τον ιστό (: πιάστηκα στον ιστό;) του Σκροβένι συνάντησα (: θυμήθηκα) κάμποσες ζωγραφισμένες ντούμπες με κουφάρια. Από την Ελευθερία που οδηγεί τον Λαό (ναι, αυτή τη γνωστή γυμνόστηθη του Ντελακρουά στο Λούβρο –αλίμονο, κοιτούμε το γυμνό στήθος και το ωραίο λάβαρο και δεν βλέπουμε καταγής τους σκοτωμένους- (ποιούς σκοτωμένους;) μέχρι τις αθώες εικόνες του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ στην Ανακασιά του Πηλίου (όπου διάφοροι φουστανελάδες, παπάδες και λοιποί υψώνουν ένα λάβαρο πλάι σ' ένα βουνάκι με χαλασμένους Τούρκους και Εβραίους της Τριπολιτσάς).

Κάποτε χρειάζεται προσπάθεια για να μην συνηθίσεις – για να μην πείς έ τ σ ι ε ί ν α ι η ζ ω ή. Εξάλλου οι παλιοί αγαπημένοι σού το έχουν μηνύσει από καιρό: οι ντούμπες μάς είναι απαραίτητες διότι για να γυρίσει ο ήλιος, τάχα, θέλει νεκροί χιλιάδες νά 'ναι στους τροχούς, θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους.

Κι εσύ; Ανάμεσα σε όλα αυτά εσύ πού είσαι; Ατέλειωτοι αιώνες φιλοσοφίας σου γνέφουν πως ό,τι γίνεται γίνεται για την επικείμενη αγάπη.

Ας πούμε πως πιστεύω στον ανθρωπισμό – λογικά σημαίνει πως πιστεύω σε τούτη την επικείμενη αγάπη;


Γράφει ο Θαν. Τριαρίδης, στο καλοκαιρινό τετράδιο ολικής αντιπαράθεσης: Πανοπτικόν (τεύχος 10, Ιούλιος 2007, σ. 54), με υπότιτλο: "Η ντούμπα με τα πτώματα ως προϋπόθεση της επικείμενης αγάπης". Το αποθέτω, ξεμοναχιασμένο, στο άωρον τετράδιό μου, για να διαβαστεί το ξημέρωμα.


Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2007

meta


Το «μεταμοντέρνο» είναι, εξάλλου, το πρώτιστο παράδειγμα του τρόπου εννόησης που προκύπτει από ένα σύστημα στο οποίο η πραγματικότητα η ίδια
οργανώνεται με τρόπο ανάλογο εκείνου των δικτύων πολιτικών πυρήνων,
των οποίων τα μέλη δεν γνωρίζουν παρά τα αμέσως γειτονικά τους.

Οπότε, μέσα σε τέτοιες «έννοιες»,
η συνύπαρξη των διακριτών αναπαραστάσεων, που ήδη γνωρίζουμε μα που τη λειτουργία τους δεν έχουμε εκτιμήσει αρκετά,
μπορεί να συγκριθεί με τη σχιζοφρένεια, αν αυτή η τελευταία είναι πράγματι όπως την περιγράφει ο Πύντσον:

«Μέρα τη μέρα, ο Γουέντελ είναι όλο και λιγότερο
ο εαυτός του
και όλο και περισσότερο κατηγορία.
Μπαίνει σε μια συνεδρίαση προσωπικού και το δωμάτιο άξαφνα γεμίζει κόσμο»

[The Crying of Lot 49 (Κλήρος 49), Νέα Υόρκη 1982, σ.104].


JAMESON, Το μεταμοντέρνο, ή η πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού (έκδ. Νεφέλη 1999, σ.207).


Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2007

καθομιλουμένη


[...]

Σήμερα πήγα να πάρω μια τυρόπιτα στο μαγαζί απέναντι από το Πολυτεχνείο και ο νεαρός υπάλληλος που δουλεύει εκεί δεν μου πήρε λεφτά... «Έμαθα να σέβομαι μερικά πράγματα από το "Κράξιμο"», μου είπε και έμεινα κάγκελο. Συγκινήθηκα.

[...]

Ο straight δεν έχει διάθεση να σε κακολογήσει. Μόνο αν έχει πρόβλημα. Όποιος τα έχει καλά με τον πούτσο του, δεν ασχολείται.

[...]


Η Πάολα στους Αθηναίους του Lifo που κυκλοφορεί. Το πλήρες κείμενο στο blog του m.Hulot.


Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2007

oἱ παρασυλλεγέντες ὑπὸ τὴν λεύκην *



Κάποτε, σε αυτόν τον τόπο, η αντίδραση για την αντίδραση θα πρέπει να παύσει.


κεφάλαια πρακτικά


Το τριώροφο, το οποίο, φαντάζομαι, θα απεχθανόταν ψυχή τε και σώματι ο συνετός τε και σοφός Τσαρούχης, -ο οποίος, ως γνωστόν, μόνον τα σμικρά διώροφα λαϊκά νεοκλασικά αποδεχόταν και ήθελε ν' ανεγείρονται εντός του λεκανοπεδίου- το τριώροφο, λέω, που είναι "τετραώροφο" και δήθεν νεοκλασικό, μάλλον βαρβαρικό θα το χαρακτήριζα, στον αριθμό 17 της Αρεοπαγίτου [το ζήτημα ιδές εις http://areopagitou17.blogspot.com/] έργο του Κουρεμένου και τρέχα γύρευε ποιανού τυχάρπαστου πολιτικού που έδωκε την άδεια για να ανεγερθεί εκειδά, κάτω από τον ιερό βράχο, διακόπτοντας την απρόσκοπτη από τα παρακείμενα προάστια θέα στην ιερά κλιτύ και το θέατρο του Διονύσου ...είναι τελείως έξω από την λειτουργική του χώρου, άσχετα από την ανάπτυξη ή όχι του Νέου Μουσείου, με τον γνωστό εξωφρενικό του εξώστη.


κεφάλαια φυσικά


Και βέβαια πρέπει να γκρεμιστεί, άσχετα από τον αποχαρακτηρισμό του ή όχι.


κεφάλαια κατανυκτικά


Ωστόσο, την ίδια στιγμή προτείνω, για να μή θιγούν και όσοι το θεωρούν "κομψοτέχνημα" (sic), να ανεγερθεί εκ νέου και μάλιστα με έξοδα του ίδιου του κράτους, στο παρακείμενο οικόπεδο της οδού με το επίσης σπουδαίο εις έτι σήμερον "κομψοτέχνημα" που θαυμάζει κάθε περιπατητής, στο νούμερο 23.




*



Είμαστε ένα έθνος αγκυλώσεων. Με μακρύ υστερικό ιστορικό. Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι πληθυσμοί της χώρας, κάτω από τις αχαλίνωτες επιθέσεις των media, των πληρωμένων καθοδηγητών της κοινής γνώμης, και του άλογου και άκομψου καταναλωτισμού της παγκοσμιο-ποιήσεώς μας, έχουν εξαχρειωθεί και εξαθλιωθεί. Συνεπικουρούν, στην εξαθλίωση, οι τραπεζικές στους απίστους πιστώσεις. 'Ολα μαζί τα κακά αυτά διαστρέφουν το υγιές αισθητήριο του λαού αλλοιώνοντας δόκησιν προτεραιοτήτων...

Τί μέλλει γενέσθαι στην κοντοχωριανοσύνη μας;




κατακλείς

Αυτός ο λαός, εξαχρειωμένος και εξαθλιωμένος, δεν είναι ικανός για την επανάσταση. Μον' την γριά του ο καθείς θα έκαιγε ...για μιάν μυριάδα! ευρωπαϊστί.



'Εγραφα εν συνέσει ο τραγίμαλλος
εν όψει της Γιορτής του Βιβλίου
που θέλει ανθίσει την Παρασκευή δεκατέσσαρες
σήμερον Τετράδι στον πεζόδρομο.



-------
* Στον τίτλο μιά φράση από το περί των μυστηρίων, Ανδοκίδου (133).

** Η θέση μιάς των ιδιοκτητών της εν λόγω κακόγουστα υψωμένης πολλωκατοικίας, όπως δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία (10-7-2007), εδωδά.


Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2007

Καγoυάνα*


Η Ιζαμπέλ Καγουάνα Ροσάδο** άρχισε να γδύνεται ρυθμικά χορεύοντας την σάμπα. Ο Ρίκο παρακολουθούσε με ορθάνοιχτα μάτια την πρωτόγνωρη εμπειρία. Ιδιαιτέρως το πώς χωρίζεται κατ' απ' τη μέση η γυναίκα (τ') στα δύο. Και τά 'χάσε μόλις σήκωσε το ένα της πόδι ψηλά και το κύκλωσε γύρω από τ' άλλο...



------
* Καγουάνα, θεότητα της γονιμότητας στην τοπική λατρεία Taino των ιθαγενών του Πουέρτο Ρίκο.

** Ιζαμπέλ Καγουάνα Ροσάδο, ομώνυμο χαρακτικό του Juan Sanchez (1988), το οποίο χάζευα άλλοτε τέτοιες μέρες σε έκθεση στη Σαλονίκη (9.9.96).


λήμματα:

Α. Juan Sanchez
www.enfoco.org
www.nycsubway.org
www.culturevulture.net
www.ethnographiques.org
www.unm.edu
www.artnet.com
www.mexicanmuseum.org
www.africaresource.com, [2], [3]


Β. Taino
[1], [2], [3], [4]


Παρασκευή 31 Αυγούστου 2007

τo μυστήριo τoυ θανάτου


Ερώτηση: Πείτε μας κάτι για τον θάνατο, κάτι που έρχεται αυθόρμητα στην σκέψη σας, κάτι που θεωρείτε εξαιρετκά σημαντικό.

Απ.: Εκείνο που έρχεται αυθόρμητα στην σκέψη μου είναι ότι ο θάνατος είναι ένα φοβερό μυστήριο, όπως ψάλλουμε σε κάθε νεκρώσιμη ακολουθία που είναι ποίημα του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού. Και αυτό συνδέεται με το ότι η ψυχή χωρίζεται βιαίως από την αρμονία της ενώσεώς της με το σώμα. Είναι δε και λυπηρό γεγονός, διότι συνδέεται με την φθαρτότητα και θνητότητα του ανθρώπου που εκδηλώνεται σε όλη την ζωή.

Ερώτηση: Εμείς εννοήσαμε από την Αγία Γραφή ότι υπάρχουν δύο είδη φόβου: ο ιερός φόβος, που είναι ο φόβος του Θεού και αρχή σοφίας κατά τον ψαλμωδό, και ένα άλλο είδος φόβου, που εμπνέουν οι δαίμονες και που πρόκειται για παθολογικό φόβο. Πείτε μας, ο φόβος του θανάτου σε ποιά κατηγορία ανήκει;

Απ.: Πράγματι, υπάρχει ο φόβος του Θεού που είναι ενέργεια της Χάριτος του Θεού και αρχή της σωτηρίας, δηλαδή ο άνθρωπος φοβάται – σέβεται τον Θεό και αρχίζει να τηρή τις εντολές Του, και υπάρχει ο φόβος που εμπνέουν οι δαίμονες και δημιουργεί ταραχή και αγωνία.

'Ομως, εκτός από τους δύο αυτούς φόβους, υπάρχει και ένας άλλος φόβος, ο λεγόμενος ψυχολογικός που συνδέεται με την ανασφάλεια του ανθρώπου και την συναισθηματική ανεπάρκειά του.


Μητρ. Ναυπάκτου Ιερόθεος (Εκκλ. Παρέμβαση, Μάρτιος 2007, αποσπάσματα από συνέντευξη στον καθ. Pavel Chirila, σσ.1 & 8. - Η ηλεκτρονική διεύθυνση του κειμένου, εδωδά).



*

Το παρόν postάκι προσφέρεται με τραγουδάκι από τους Kόρε.'Yδρο.: Ο πιό ενδιαφέρων καταθλιπτικός άνθρωπος στον κόσμο, από το άλμπουμ: Αν όλα τέλειωναν εδώ...



Δευτέρα 27 Αυγούστου 2007

καθέκαστα


Το μόνο άξιο που απέμεινε,
και το οποίο κάνουμε το πάν για να το ασφαλίσουμε,
ανίκανοι για κάθε άλλο έργο,
είναι ο εαυτός μας
σε μιάν απολύτως ατομική
και μικροπρεπή
και ανασφαλή
και φοβισμένη ζωή.

'Ολοι οι άλλοι και όλα τα άλλα είναι άγνωστα στον αγνώριστο εαυτό μας,
παράλογα ή ανόητα,
με μόνον υπάρχοντα τον εαυτό μας,
που ευτυχώς δεν είναι ωσάν τους άλλους...

'Ολα,
και ο κόσμος και η ζωή,
έγιναν απλώς επίπεδα,
οριζόντια,
επιφανειακά,
κενά,
μάταια,
αυτάρκη,
αυτάρεσκα,
αυτόνομα,
αυτοτελή,
εξαντλούμενα και εξαντλούντα,
απελπιστικά και απελπίζοντα,
αυτοθεοποιούμενα και ειδωλοποιούντα.

Και πρώτος ο άνθρωπος,
άπορος και ασθενής
στη βία των εξωτερικών γεγονότων ή καταστροφικών συμβαινόντων,
έμφοβος και θλιβερός
στην αυτοειδωλοποίησή του,
ενώπιον των άμετρων ή απρόσμενων εξελίξεων
των συντελουμένων χωρίς αυτόν και εναντίον αυτού
ανεξελέγκτως και απεριορίστως,
καταντά ένα όν,
συνεχώς γελοιοποιούμενο με τους παρά φύσιν εκβιασμούς
επί της ανθρώπινης φύσεως,

ένα όν,
εσωτερικώς κενούμενο και ανυπεράσπιστο,
μεταβαλλόμενο ανεμποδίστως σε κάποιο μηδαμινό ή γελοίο κλάσμα του σύμπαντος.
'Ενας αστείος θεατής των επιρροών
του διαρκώς παγκοσμιοποιούμενου τεχνοκρατικού πολιτισμού,
των επιδράσεων ή παραμορφώσεων των ενδεών ή ατελών ιδεολογιών.


π. Μιχαήλ Καρδαμάκης, Η Εκκλησία της Σαρκώσεως – κεφάλαια εκκλησιολογικά, (έκδ. Ευεργέτις, Μέγαρα 2007, σσ. 9-10).


Σάββατο 25 Αυγούστου 2007

εγκαύματα 3, 3


Το πώς έκαμε έτσι * το χέρι
σε μία του κίνηση * μιλώντας
για τα περίχωρα


Τετάρτη 22 Αυγούστου 2007

επί τω αυτώ


Πριν από δεκαπέντε μήνες, σχεδόν, έγραφα σε κάποιο εδώ γύρω bloggάκι:

Την αγαπώ την εκκλησία. Πολύ. Νομίζω έχει φανεί αυτό. Πιστεύω πως η ζωή της, οι λειτουργίες της, η εν Χριστώ ζωή που ευαγγελίζεται, μπορεί να αλλοιώσει, να μεταμορφώσει το είναι σου. Αλλά κυρίως, την νιώθω και ως μεγάλη βοήθεια, παρηγοριά του βίου μου. Εδώ. Για τα εδώ, μιλάω.

Αδυνατώ να πιστέψω πως, οι διάφορες κλίκες, που εγκαθιστούν σε "θρόνους" ο ένας τον άλλο, με τα όπλα (το διαβάσαμε κι αυτό και αληθεύει), μετέχουν στο ελάχιστο της πνευματικότητας που ευαγγελίζεται το γνωστό ιερό της κείμενο (το ευαγγελικό, λέω). Πήγε περίπατο κάθε ευαγγελική ρήση. Είναι ολοφάνερο αυτό. Διασώζεται μόνο το γράμμα (όχι το πνεύμα) κι αυτό λειψό. Για τα μάτια του κόσμου.

Την αγαπώ πολύ την εκκλησία. Κι όμως, έχω χρόνια να πατήσω το πόδι μου στις λειτουργίες της. Αυτοεξόριστος, σχεδόν, στέκω στις παρυφές, να περιμένω το θαύμα. Της ανανήψεως. Αλλά, οι καιροί ου μενετοί. Θλίψη. Και πάλι θλίψη.

Η ξαφνική ασθένεια βέβαια του αρχιεπισκόπου (για την οποία έγραφε προ διμήνου ο μητροπολ. Ναυπάκτου Ιερόθεος -δες εδωδά) αποτελεί μιάν έστω απρόσμενη χαραμάδα για να εισρεύσει ξανά η χάρις... Ωφελεί και τον πάσχοντα και εμάς... Δοκιμαστήριον.


[στους σχολιαστές των παρελθόντων]


Κυριακή 12 Αυγούστου 2007

δoκίμιo ευχαριστιακής ανθρωπoλoγίας


Αυτό ακριβώς είναι η Εκκλησία:

Η χάρη,
που επιστρέφει τα πράγματα στην προπτωτική αρχή,
ήτοι στο πραγματικό τέλος τους,
που επανεισάγει τα πάντα στην εσχατολογική πραγματικότητα και τελειότητα,
η οριστική μεταμόρφωση της ιστορίας,
στην απόλυτη ελευθερία της απέναντι της ιστορίας.

Και αυτό είναι ένα φλέγον ζήτημα.

Η Εκκλησία δεν ήρθε για να κατακτήσει,
αλλά να μεταμορφώσει την ίδια την ιστορία σε ιστορία σωτηρίας του κάθε ανθρώπου,
γεγονός που δεν χωρεί «ο κόσμος τούτος».

Η Εκκλησία ζεί κυριολεκτικά με τη βασιλεία του Θεού,
με τη ζωή του Θεού,
και αυτή είναι η έσχατη ή καινή ζωή,
η ζωή απελευθερωμένη από το θάνατο,
η παρούσα ζωή,
που έχει γίνει άλλη,
και όχι μια άλλη,
πιθανή ή αόρατη ζωή.

Είναι η ζωή που χαρίζεται πλούσια στον κόσμο με τη θεία Ευχαριστία.

Επομένως οι πιστοί,
που κοινωνούν αυτής της ζωής,
οφείλουν να θεωρούν και να κρίνουν τα πράγματα γενικώς,
και μάλιστα την Εκκλησία και την Ευχαριστία,
όχι με τα κριτήρια του πεπτωκότος κόσμου
ή του αμαρτάνοντος ανθρώπου.

Καλούνται μάλλον αντί να κρίνουν ή να συγκρίνουν,
να ζούν τη ζωή αυτή εορταστικώς και πανηγυρικώς,
ως ζωή της Αναστάσεως,
έχοντας πάντοτε τον εγκάρδιο νού τους αλλού,
εκεί από όπου έρχονται όλα τα δώρα και τα αγαθά,
τον Πατέρα των Φώτων,
την πηγή του Είναι.


π. Μιχαήλ Καρδαμάκης, από το ομώνυμο βιβλίο του (εκδ. Τήνος 2007, σσ. 114-115).

*


Χωρίς να λανθάνω θα μπορούσα να χαρακτηρίσω τον πατέρα Μιχαήλ ως έναν ιερό Χρυσόστομο (4ος αι. μ.Χ.) στον 21ο αιώνα. Ο πυκνός του λόγος, πλήρης σταυρού και χάριτος (που πηγάζει από την μετοχή του στο θυσιαστήριο - ο άνθρωπος είναι πρωτίστως ιερέας) δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό. Προκύπτει αβίαστα από την μελέτη των έργων του.


Κυριακή 5 Αυγούστου 2007

πoιήσωμεν ώδε τρεις σκηνάς



Πρέπει να βρούμε κάτι για να πούμε στον σύντροφό μας – να ανταλλάξουμε κάποιες σκέψεις γύρω από τις οποίες εγκαθιδρύεται η κοινωνικότητα.

Η κοινωνικότητα μέσα στον κόσμο είναι επικοινωνία ή μετάληψη.

'Οταν τσακωνόμαστε, διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε τίποτα κοινό. Η επαφή πραγματοποιείται μόνο με την μετοχή σε κάτι κοινό, σε μιάν ιδέα, σε ένα ενδιαφέρον, σε ένα έργο, σε ένα δείπνο, στον «τρίτο άνθρωπο». Τα πρόσωπα δεν ίστανται απλώς το ένα ενώπιον του άλλου, είναι μαζί γύρω από κάτι.

Εμμ. Λεβινάς, Από την ύπαρξη στο υπάρχον, (μτφρ. Κ. Παπαγιώργη, εκδ. 'Ινδικτος 1996, σ.42).

*

Συχνά-πυκνά αναλογίζουμαι το δέκατο έβδομο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον. Το δέκατο έβδομο αυτό κεφάλαιο είναι σίγουρα κάτι. 'Οσοι εκκλησιάζονται συχνά θά 'χουν την ευκαιρία να τό ακούσουν αύριο, το πρωΐ, από τα χείλη του ιερέως στις κατά τόπους συνάξεις. Πρόκειται για το ευαγγελικό χωρίο που περιγράφει την μεταμόρφωση του Σωτήρος Χριστού, την φανέρωση της δόξας του και την μετοχή τριών του μαθητών σ' αυτήν. Τήν γεύονται έκτοτε και οι θεούμενοι, όπως και πρώτα οι βλέποντες. Το κείμενο χαρακτηρίζεται από έντονη κατασκηνωτική διάθεση, καληώρα σαν και αυτήν που εκδηλώνουμε όλοι μας τέτοια εποχή στα μέρη μας. Μεταξύ άλλων διαβάζω:

αναφέρει [=ανεβάζει] αυτούς [ο Ιησούς] εις όρος υψηλόν κατ' ιδίαν […] καλόν είναι ημάς ώδε είναι […] ποιήσωμεν ώδε τρεις σκηνάς [είπε ο Πέτρος] (κατά Ματθαίον, κεφ. ιζ').



Δευτέρα 23 Ιουλίου 2007

Τα "Παράδοξα" του Δαμάσκιου και ο άρτι εκδοθείς Φιλόπονος


Βρίσκω μεγάλο ενδιαφέρον στο άρθρο του ερευνητή-ιστορικού Αναστ. Φιλιππίδη με θέμα: Το "κλείσιμο" της Ακαδημίας Αθηνών το 529 μ.Χ.

Μετά το πόνημα της αγαπητής μας Μαριάννας Κορομηλά, "εν τω σταδίω", που αφορούσε την παρανόηση των στοιχείων για το αν και κατά πόσο ο Μέγας Θεοδόσιος απαγόρευσε τους Ολυμπιακούς αγώνες το 395 μ.Χ., έρχεται ο διακεκριμένος ιστορικός και ερευνητής, με προσεκτική μελέτη των αποκατεστημένων πια πηγών (ύστερα από τις κριτικές των κειμένων -του χρονογράφου Μαλάλα- εκδόσεις), και προχωρεί στην αποκατάσταση μιάς άλλης ιστορικής πλάνης.

Τί ακριβώς έκλεισε ο Ιουστινιανός στην Αθήνα και ποιές -τί είδους- "φιλοσοφικές" έρευνες απαγορεύτηκαν κατά τον 5-6 μ.Χ. αι. στην πάλαι ποτέ ένδοξη πόλη;


Αντιγράφω ένα μικρό απόσπασμα:


... στην Αλεξάνδρεια οι παγανιστές φιλόσοφοι έπεισαν τους Χριστιανούς ότι θα μπορούσαν να έχουν μια δογματικά ανόθευτη εκπαίδευση, χωρίς να διακινδυνεύουν την πίστη τους. Οι φιλόσοφοι της Αθήνας απέτυχαν σε αυτό.

Επομένως, υποστηρίζει ο Watts, το πρόβλημα με την Σχολή της Αθήνας δεν ήταν ότι εκεί διδασκόταν κάποια αντίθετη προς το Χριστιανισμό φιλοσοφία, αλλά ότι η Σχολή «προσπαθούσε να επηρεάση ευθέως την εκτέλεση θρησκευτικών πράξεων.

Σε άλλα μέρη η παγανιστική διδασκαλία συνέχισε να πληροφορή χωρίς να προσηλυτίζη και ήταν ευρέως δεκτή ως μια λειτουργία εντελώς χωριστή από την θρησκευτική πίστη».

[...]

Στην πράξη, όπως φαίνεται και από τα “Παράδοξα” του Δαμάσκιου, στη σχολή της Αθήνας, “φιλοσοφία”, αστρολογία και μαντική αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο ανορθολογικών δεισιδαιμονιών το οποίο ο Ιουστινιανός προσπάθησε να αποβάλλη από την κρατικά μισθοδοτούμενη εκπαίδευση.

[...]

Με άλλα λόγια, η πολιτική του Ιουστινιανού διασφάλιζε το διακριτό ρόλο Κράτους και Θρησκείας, μη επιτρέποντας σε θρησκευτικές ομάδες να επεμβαίνουν στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Στάση που ασφαλώς θα χειροκροτούσαν και οι πιο ακραιφνείς διαφωτιστές στην Ελλάδα σήμερα!

[...]

Κατά την εποχή του Ιουστινιανού συγγράφηκε το ένα τρίτο των συνολικών ελληνικών σχολίων στον Αριστοτέλη τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα... Αν μη τι άλλο, αντιλαμβανόμαστε ότι δύσκολα θα ονομάζαμε αυτά τα χρόνια «εποχή σκοταδισμού και διώξεων κατά της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας».


(Ολόκληρο το άρθρο εδωδά, όπως δημοσιεύθηκε στην τρέχουσα έκδοση (Ιούνιος 2007, σσ. 8-9) της Εκκλησιαστικής Παρέμβασης -μηνιαία έκδοση της Μητρ. Ναυπάκτου).

Με ενδιαφέρον παρακολούθησα τα στοιχεία που παραθέτει ο ερευνητής για την τύχη του έργου του Δαμάσκιου, τελευταίου διδάσκαλου της σχολής των Αθηνών, ενώ την ίδια στιγμή, την έκδοση του Φιλόπονου από το ΜΙΕΤ παρουσιάζει η "Βιβλιοθήκη" (Ελευθεροτυπία) της προηγούμενης (13-7-07) μόλις εβδομάδας, εδωδά...


Τρίτη 17 Ιουλίου 2007

μτφρ.


Το σαββατοκύριακο παίχτηκε η Αντιγόνη του Βογιατζή στο θέατρο Πέτρας. Την παράσταση παρακολούθησα αρχικά πέρισυ, κυνηγώντας και λίγο την Ρηνιώ Κυριαζή, στην Επίδαυρο. 'Ηθελα, όμως, να την δώ ξανά, και σε κάπως μικρότερο χώρο.

Θα σταθώ μόνον στην μετάφραση. Ο Παναγιωτόπουλος έκανε όντως καλή δουλειά, αν και βασίστηκε, κατά την κρίση μου, στην μετάφραση Γεωργουσόπουλου.

Αυτό είμαι σε θέση να το διακρίνω, διότι, σε μετάφραση του γνωστού ευτραφούς, έχω παραστήσει (ο ίδιος) τον Κρέοντα. Καθ' όλην, λοιπόν, την διάρκεια της παράστασης είχα στο στόμα μου τα λόγια εκείνης τα οποία και συνέκρινα με όσα άκουγα εδώ. Δυό φορές.

Σημειώνω πως ποτέ δεν χώνεψα κάποιες ακροβασίες του Γεωργουσ. σε ορισμένα σημεία, όπως εκεί που βάζει στο στόμα του βασιλιά την λέξη μπουρλότο ("μπουρλότο συμφοράς") -νεολογισμός, πραγματικά, της συμφοράς- και το γεγονός ακόμη ότι τού ξέφυγε και βάζει Κρέοντα και Αντιγόνη να κάνουν χρήση κοινού αρκετές φορές λεξιλογίου, χωρίς να υποστηρίζεται από το ίδιο το κείμενο. Πόσο μάλλον που οι δύο ήρωες ανήκουν σε διαφορετικές γενιές. Σαν να μάς λέει δα, ο μεταφραστής-ερμηνευτής, πως έμαθαν κι δυό τα γράμματα από τον ίδιο δάσκαλο (sic)!

Ο Παναγιωτόπουλος απέδωσε με περισσή προσοχή και πολλή ευαισθησία τα αντίστοιχα σημεία, χαρίζοντας στ' αυτιά μας γλώσσα καλήν.-


Σάββατο 14 Ιουλίου 2007

περιέργως



…Η Ελένη αν δεν υπήρχε
την Τροία μόνη της τί να τήν κάνατε, Αχαιοί;




Πριν ακόμη δασωθεί για τα καλά το στήθος μου είχα κεντήσει αυτού απάνω ένα επίγραμμα με τον τρόπο του Κώστα Μόντη γραμμένο.

Το είχα απαντήσει, θυμάμαι, σε μιάν πολύτομη ανθολογία ελληνικής ποίησης, που είχα βρεί στην Δημοτική τότε Βιβλιοθήκη, ανθολογία από αυτές που κυκλοφορούνε ακόμη στην αγορά.

'Ηταν το λεπτοφυές της καλογραφής που μού κέντρισε την προσοχή. Λεπτοδουλειά... με την οποία πρόσταζε σχεδόν, ν' αναδυθεί μέσα από τα γνωστά και τετριμμένα, ώ Αχιλλεύ, κατιτίς το νέον και παράδοξον. Ο κυπραίος ποιητής, με το ξεχωριστό του χάρισμα, επέφερε την αντιστροφή -είτε την πλήρωση, να πώ- του αρχαίου μυθεύματος.

'Εγραψε:

'Ηταν ένας περίεργος Αχιλλέας.
Ακύρωσε τ' άτρωτο
κι έγραψε και στην άλλη φτέρνα
και στο πρόσωπο και στο στήθος:
"Τρωτά, όλα τρωτά"!


Απ' αφορμή τούτο το επίγραμμα φαντασιώνει κανείς πιο εύκολα τις νύχτες του νεαρού ήρωα, νύχτες που μόνον με τις αποψινές δροσιές θα μπορούσαν να συγκριθούν. Αν με εννοείς...

Νομίζω, πλέον, πως γίνεται αντιληπτό γιατί, έκτοτε, θεωρώ τον Αχιλλέα... ένα τσογλάνι.

Την διαδικτυακή παρουσία του επιγράμματος χρωστώ στο ένα κάποιο ουτιδανό, ή άλλως ουδέν, έστω τίποτα, και δη, σε μία από τις πρώτες της αναρτήσεις. Και την ευχαριστώ. Αν μη τί άλλο, για την επανάληψη της συγκίνησης.

*

Την ικανοποίησή μου, θυμάμαι, μεθόδευσε, από τον πρώτο κιόλας καιρό, η εύρεση ενός δεύτερου στίχου, τον οποίο παραθέτω στην προμετωπίδα του παρόντος, στίχος που ήρθε να πτερώσει την φόρτιση.

Πρόκειται για αποστροφή του 'Οσιπ Μάντελσταμ, απ' ένα του ποίημα μεταφρασμένο από τον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο για το ανθολόγιο του συλλεκτικού τόμου που εξέδωσε, στα 1993, το Μέγαρο Μουσικής, στην Αθήνα, σχετικά με τον μύθο της Ελένης (Jean-Louis Backes, Ο Μύθος της Ελένης, σ. 387).

*

Ας μού επιτραπεί, κλείνοντας αυτό το σημείωμα, να προσθέσω πως τις σκέψεις τούτες καταχωρώ ύστερα από την επίσκεψη στα καμμένα.

Ο ίδιος


Τρίτη 10 Ιουλίου 2007

νυχτερινά


Πιάνω πάλι τον εαυτό μου τον τελευταίο καιρό ν' αλληλογραφεί στα κρυφά μ' ένα παιδί.

Συμβαίνει συνήθως την ώρα που γυρνώ μεσάνυχτα πια από το βουνό, έναν εξώστη πάνω από την ξαναμμένη πόλη και την χαζεύω κάτω.

Το κόβω με ένα γρήγορο βάδην, χωρίς κέρματα στις τσέπες να κροτάνε, μοναχά ένα σκοινάκι στο χέρι και ανεβαίνω. Είναι η ώρα που στο δωμάτιο μέσα το φώς λιγοστεύει και με ωθεί έξω, στο δείλι.

Οι ουρανοί από ένα βαθύ μπλέ αρχινούν και ροδίζουν. Τα δυνατότερα αστέρια ήδη προβάλλουν στο στερέωμα. Λίγο λίγο η πόλη οργανώνεται γύρω από φώτα, φωτάκια και φωτισμούς που ορίζουν και διαγράφουν ρύμες, λεωφόρους, τετράγωνα, λόφους. Το λιμάνι πέρα. Και κάπου στο κέντρο, χθαμαλόν κι ολόφωτον, τον συμπαγή βράχο της Αθήνης βλέπω, έτσι όπως βασιλεύει στην βασιλεύουσα της πόλης νύχτα κι ας είναι ψηλότερος ο Λυκαβηττός...

Απ' αφορμή τις πρόσφατες και κρύφιές μου επαφές γράφω, για τον άσαρκο και άϋλο χορό, ένα γαϊτανάκι που γυρνά κι ολογυρνά στην σιωπηλή κι όμως βοώσα αγκάλη του διαδικτύου. Κι η πόρνη μου ψυχή να αντρειώνεται και να λιγώνει πάλι. Γύρω από λέξεις, κρίσεις, συγκρίσεις, αποκρίσεις και μηνύματα κρυφά. Τί να την κάνω;