Δευτέρα 4 Ιουνίου 2007

oυδείς αντέστη


Α. Πρακτικά ζητήματα


Τώρα υπάρχει το Εντευκτήριο. Τότε, όμως, το τράμ. 'Ηταν ένα όχημα.

[δαγκλή 26, 6ος όροφος - τηλ. 71423, Θεσσαλονίκη]


Στο 3ο-4ο τεύχος (Φλεβάρης 1972) λογοκρίνεται το Σώμα [: η λέξη περισπάται] του Ηλία Πετρόπουλου. Από τέσσερα φύλλα κειμένου απέμεινε η αφιέρωση: στην Δέσποινα (σ.86) και ένα σκίτσο εικαζομένης ηδυπαθείας (σ.89).

Στο 5ο τεύχος (Απρίλης 1972) δημοσίευσε ο Γιώργος Ιωάννου, Το ξεσκάτωμα (σσ.107-111), από το οποίο αντλώ τον τίτλο στο παρόν postάκι. Θα εξηγήσω πιο κάτω πως.

Κατόπιν, με ένα τετρασέλιδο φυλλάδιο ανακοινώνεται η διακοπή της έκδοσης του περιοδικού. Σημειωτέον, αποτελεί πόνημα φοιτητικό (1971), αλλά περιέχει ύλη σημαίνουσα.


Το 6ο τεύχος, με ποιήματα Εγγονόπουλου, έμεινε στα μάρμαρα του στοιχειοθέτη. Αυτή ήταν, σε γενικές γραμμές, η πρώτη διαδρομή του περιοδικού. Δεν είχε γίνει το Πολυτεχνείο ακόμη. Η δεύτερη διαδρομή ακολούθησε μετά την πτώση της Χούντας και τις δίκες Πετρόπουλου κλπ.



Λίγα στοιχεία για την δίκη: Ως μάρτυρες κατηγορίας εμφανίστηκαν φορείς εκ της Μητροπόλεως, ιερωμένοι, οικογενειάρχες κλπ. Υπερασπίσεως, οι καθηγηταί του Πανεπιστημίου. Καταδικάστηκαν τόσο η εναπομείνασα διεύθυνση του περιοδικού όσο και οι συγγραφείς των ασέμνων κειμένων με ποινή φυλακίσεως. Και χρηματικό πρόστιμο.

Για τους συγγραφείς αναφέρθηκε: "προσεπάθησαν να αποδώσουν αισθητικήν σύλληψιν αλλ' ηστόχησαν και ως εκ τούτου τα κείμενά των δεν είναι έργα τέχνης".

Ενδεικτική του κλίματος της δίκης παραμένει η μαρτυρία του Δ. Καλοκύρη, ενός εκ των συντακτών, όπως δημοσιεύθηκε στο: Το Δέντρο (τ.17-18, σ.52):



'Ελεγαν καταφανή ψέματα. Τούς διάβαζε ο δικηγόρος κομμάτια από τη Γυναίκα της Ζάκυθος, Αριστοφάνη, Κλήμη Αλεξανδρέα και τούς ρωτούσε «Από πού είναι αυτό;», «Από το κείμενο του Λιβεριάδη;» «Από το κείμενο του Πετρόπουλου» έλεγαν.



Β. Θεωρητικό μέρος

Στη συνέχεια παρέχω το πλέον χαρακτηριστικό απόσπασμα (σσ.108-109) από Το ξεσκάτωμα, του μεγαλοφυούς Ιωάννου. Το κείμενο αυτό δεν λογοκρίθηκε. Είναι χαρακτηριστικό, όμως, της τέχνης του. Της υψηλής συγγραφικής του τέχνης.

Χωρίς να στα πολυλογώ, βρισκόμαστε σε ένα εξεταστικό κέντρο όπου δίδονται εξετάσεις για την εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο. Καληώρα σαν τις εξετάσεις που διεξάγονται αυτές τις ημέρες στα Λύκεια όλης της χώρας. 'Ενας καλά προετοιμασμένος μαθητής αισθάνεται, χωρίς να έχει ολοκληρώσει ακόμη το γραπτό του, την πιεστική ανάγκη να πάει στο μέρος για την προσωπική του ανάγκη. Συγκεκριμένα, τον είχε πιάσει κόψιμο. 'Ομως, ο κανονισμός απαγορεύει καθ' οιονδήποτε τρόπο την απομάκρυνση από την αίθουσα:


[...]

«Τα ξέρω, ψιθύρισε, τα ξέρω όλα. Μα, δεν είναι δυνατό να γράψω έτσι». «Αν θέλετε συνεχίστε, έτσι όπως είστε. 'Οταν βγείτε όμως έξω, το χάνετε το γραπτό», είπε ο Κούρκος. Τα γέλια είχαν φουντώσει για καλά. 'Ολοι ήταν γυρισμένοι και κοίταζαν. Το παιδί παράτησε την κόλλα. Ο Κούρκος ξαναφούσκωσε. Το «εγχειρίσθη» κι αυτό το θέμα –όχι παίζουμε.

Πήρα το δυστυχισμένο παλικάρι και το πήγαινα προς το αποχωρητήριο. Ο Κούρκος το κατόπι μας. Με ανάγκασε να μπώ κι εγώ μέσα στο καμπινέ. «Μπορεί νά 'χει κανέναν πομπό», μού σφύριξε ο μπουμπούνας.

Το αποχωρητήριο είχε δύο χώρους. Στον πρώτο ήταν το λαβομάνο και στον άλλο ο απόπατος. Στάθηκα φυσικά στον πρώτο. Και νά 'θελα να μπώ στον άλλο, δε χωρούσαμε. Η μέσα πόρτα δεν έκλεινε καλά, όλο άνοιγε, κι από μια στιγμή και πέρα φάνηκε ολόγυμνο το ανυπεράσπιστο χωριατόπουλο. «Μεγαλοφυής», συλλογιόμουν, «μεγαλοφυής», κι εννοούσα φυσικά τη λέξη με την αρχική της έννοια, έτσι καθώς έβλεπα τα μαραμένα μα παρόλ' αυτά τεράστια όργανά του, που σα να θρηνούσαν κι εκείνα του δυστυχισμένου γένους μας την κατάντια. «Ιδού, ο πομπός του Κούρκου», σκέφτηκα. Και τί πομπός! Και θωρώντας τα άρχισα να ψιθυρίζω το γνωστό στιχάκι, πού 'χει κυκλοφορήσει απ' τις πρώτες κιόλας μέρες της ήττας του '97:

Ουδείς αντέστη,
το πάν εχέσθη

Μετά το καθάρισμα έβαλε μονάχα το παντελόνι του. Το σώβρακο με την «υδαρή αποπάτησιν» το έκαμε δεματάκι και τ' άφησε σε μια γωνιά – σκάνδαλο και αίνιγμα για τη σχολή των θηλέων.

[...]


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ozsou said...

"του δυστυχισμένου γένους μας την κατάντια."

ωραία το είπε