Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2007

ένα παράδειγμα· ή αλλιώς, οι ειδήσεις των οκτώ


'Eνα ενδιαφέρον παράδειγμα μάς δίνει ο artattack. Αντιπαραβάλλοντας δύο ομόπτωτα έργα ζωγραφικής αποφαίνεται για το ελλeίπον: "Μια καλοντυμενη και ακριβη ζωγραφικη κορνιζαδικου, εξοχως ελκυστικη γι' αυτους που αγαπαν(μ)ε την τεχνη και την μαστορια αλλα με την απουσια της ψυχης και του παθους.Δυο στοιχεια που ειναι απαραιτητα για να ονομαστει μαζι με την τεχνικη ενα εργο απο κοινοτυπο σε αριστουργημα".

Νομίζω πως με αυτό μου το σχόλιο μίλησα παραπλήσια γλώσσα, αναφερόμενος στα σημεία, που δείχνουν να το κέρδισε το παιχνίδι. Αν και υπάρχει το ενδεχόμενο το συνολικό έργο, το εκάστοτε κρινόμενο, να μην κατορθώνει πάντοτε το ποθούμενο.

Μένει να μάς δώσει ο αισθητικός αρθρογράφος-blogger και ένα κατατοπιστικό παράδειγμα (που να κατορθώνει το αυτό) από την "αισθητική των Destroy-Deste", στην οποία ομνύει.

*

'Αλλο παράδειγμα: Στην κριτική που κάνει κάποιος giorgosmixos στην πρόσφατη συλλογή της Δημουλά, διακρίνω την πολεμική που ασκεί ο Ρένος σε κάποιους στίχους του Ελύτη. Ανάτρεξε στις σχετικές σελίδες της Ανθολογίας του. Κι όταν την ακούσεις, σφύρα μου.

*

Εν κατακλείδι: Οξυδερκής, αυτός που έχει οξεία κρίση και αντίληψη, αυτός που αντιλαμβάνεται σωστά και γρήγορα τα πράγματα... (από τα λαϊκά τα λεξικά παρμένο). Για τους αμέτοχους: ξύδι. Για τους πιστούς: ξυδάκι! (έστω με κεφαλαίο το αρκτικό). Ευχαριστώ.

*

Για όσους πάλι έμειναν εκτός, παρέχουμε αξιοθέατο περιδιάβαση σε blogs άλλης γραμματοσειράς. Νά εδωδά κι εδώ. Γιατί όχι;
Ο ίδιος.


[Προσθ. του μηνός Νοεμβρ. λήγοντος· -Διές! Διές, Αννιώ μου! διές αντί πόσου επωλούντο τα οψώνια την εχθές...]


Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2007

ανθρώπους καί κτήνη σώσεις, κύριε


Ενδιαφέρουσα η υπεράσπιση της τέχνης (ας την αποκαλέσω έτσι) από τον κ. Ξυδάκη, τις προάλλες. Με δυό-τρείς απλωτές ο άνθρωπος βγήκε στη στεριά, aφήνοντας όσους πιστούς εις έτι να πελαγοδρομούνε.

Πώς αλήθεια θα προφυλαχθούμε από την φλυαρία των εκ προμελέτης σχολιαστών; Και τί νόημα έχουν τα 'επιχειρήματα' όταν έχει χαθεί το κέντρο; -και το μέτρο;

*

Καλή και η εικονική διάσταση του θέματος (εικον. Δ. Χανιώτη -πόθεν αλήθεια;).

Μον' δεν κατάλαβα γιατί χρησιμοποιήθηκε το αρχαίο μου τετράστιχο απ' έναν εκειδά σχολιαστή κι όχι το πιο πρόσφατο μονόστιχο μιάς φθινoπωρινής γλύκaς (6 Οκτ. τρ.). 'Οπως και να το κάνεις φωτίζει καλύτερα το δοθέν εικόνισμα, αυτό με το σαλιγκαράκι.

*

Εν κατακλείδι: Χρειαζόμαστε ακόμη πιο οξυδερκείς τους σχολιαστές. Ακόμη πιο καυτερές τις ματιές στο internet, ζητούμε.



'Εγραφα μεσ' στη σιγαλιά
τό παρακευόβραδο απόψε.


------
στον στίχο, ψηλά, το ψαλμικό λε'7.


Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2007

συνάφειες


Ο Ροδάκης μάς δίνει έτσι τον πρώτο πλαστικό κανόνα. Δεν φτάνουμε ποτέ ίσα στην πόρτα του αττικού σπιτιού, μα θα κάνουμε μια βόλτα ή θα λοξοδρομήσουμε, και αυτό για να δοθεί μια έκφραση πλαστικής ευαισθησίας του ελληνικού τοπίου.
Κανόνας απλός, μα δύσκολος, να εξυπηρετήσεις αισθητικά μα και πρακτικά μίαν ανάγκη.

*

Για μένα αυτή η εναλλαγή ρόλων αντανακλά, πέραν της πνευματικής συνάφειας και του ψυχικού δεσμού, και ένα εμβληματικό στοιχείο της εποχής: το έμπρακτο αίσθημα συλλογικότητας, συνεργασίας και αλληλεγγύης στη δημιουργία.


*


Σε συνέχεια του προηγούμενου, παραθέτω σε δυό παραγράφους ό,τι ξεχώρισα και συγκράτησα από το ολιγοσέλιδο τεφτέρι των Klaus Vrieslander & Τζούλιο Καΐμη, Το σπίτι του Ροδάκη στην Αίγινα (επιμ. Μ. Φάις, Ακρίτας 1997).

Το πρώτο χωρίο (σ.38, πρβλ. σσ.25-26) με ενδιαφέρει ως απόλογος των δύο φίλων, μελετητών (1934) της λαϊκής αρχιτεκτονικής, μαθητών(;) του μεγάλου δάσκαλου Δ. Πικιώνη.

Στο δεύτερο (σσ.63-64) διακρίνω το καταστάλαγμα του επιμελητή της έρευνας και της έκδοσης, Μ. Φάις. 'Ερευνα που διενήργησε πάνω στην πνευματική συνεισφορά μίας φιλίας (δύο εταίρων) στον ίσκιο ενός δασκάλου. Το σημειώνω όμως και για έναν άλλο λόγο. Διότι θα μπορούσε άνετα αυτό το ρεζουμέ να διατυπωθεί και για την δική μας, δέκα έτη μετά, διαδικτυακή εποχή. Εφαρμόζεται γάντι, νομίζω, έτσι ρευστή που είναι σε κάθε είδους δημιουργία, και διασταυρώσεις πνευματικής πορείας.

Ο ίδιος πρότεινε και επιμελείται στην σμικρά ελληνόφωνη διαδικτυακή μας κοινότητα το Hotel memory, έναν τόπο όχι μόνο μυστηρίου(;), αλλά και συνάφειας πνευματικής γύρω από το ζητούμενο της γραφής.


Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2007

ενός άλλου, ή ο φτωχός και πρίγκιπας


Το γύρισε σε βροχή. Μ' ένα κοσσυφάκι κάθομαι συντροφιά στο παραθύρι. Κάτι σα να θέλει να μού πεί. Στο δεύτερο τσίπουρο, σηκώνομαι και πάω. Πέταξε και το πουλί.


*


Μ' αρέσουν, τελικά, τα χρώματα του Μαντζαβίνου· ψυχρά πέρισυ, στην έκθεση για το Καλοκαίρι· θερμά φέτος, του νέου φτωχούλη [του Θεού], και κίτρινα. Κι η παραμικρή 'ατέλεια' στον χρωστήρα, ανεβάζει την αξία του τελάρου με τα έντονα χρώματα. Απλωμένα στον καμβά, μοιάζουν να σε τραβάνε από τα μαλλιά. Θέλουν να τα κοιτάς και τα κοιτώ. Στέκομαι και κοιτώ, επίμονα. Κρύβομαι πίσω από τα χωρίσματα και κοιτώ. Κάποτε καθρεφτίζομαι μέσα τους· σε κείνο το πρόσωπο που αμίλητο με κοιτά. Τότε αναβλύζουνε κλάιματα.



*


[τον είπες· καημοί]

Και κείνος δείχνει χαρούμενος. Πολύ χαρούμενος. Ανάμεσα στους φίλους του. Συναντηθήκαμε, που θά 'λεγε ο Θεόφιλος, και δώσαμε και τα χέρια. 'Ετσι το έλεγε· και δώσαμε και τα χέρια… 'Εμοιαζε με παιδί στο παιχνίδι του αφημένο και χαρά μεγάλη· σε παιδική, άγρια, τον είδα, χαρά και αεικίνητος. Και τον έχανα, όπως η μάνα το παιδί, πότε εδώ, πότε εκεί, τον παρέσερνε το παιχνίδι του, ανάμεσα στους ανθρώπους.

Το όνειρο του καραγκιόζη· η άμμος τ' ουρανού· τα παπούτσια πήρα, λύρα στην άμμο· και η σιωπή π' απλώνεται τη στιγμή αίφνης που τα πρόσωπα εγγίζουν, ζυγώνουν το ένα στο άλλο και σμίγουν καθώς γυρεύουν να πάρουν το φιλί.



-------
το δελτίο τύπου εδωδά. Το λεύκωμα επιτόπου.


Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2007

εγκαύματα 13, 3


Κερκίνη


.Λίγα μαύρα γελάδια
.δίπλα σε μιά λίμνη
.σ' ένα μικρό λιβάδι

.Σκαρήσαν πιο κεί ένα τσούρμο
μικράκια· .. βόδια της σειράς
........ βουβάλια *
.... βετούλια παιχνιδιάρικα
.στους τρόπους θηλυκά
.σε τραβάνε

................... 'Αλλο παρ' έκει
.κοπάδι από ισχνά μοσχάρια
.λιάζεται στις όχθες του Στρυμώνα
.πάλλευκα, χρυσά

.Βυρώνεια 19:28
.Θεσ/νίκη 21:20
.με καθυστέρηση δύο ωρών






* σχόλιον· «κι αυτό το βουβάλι του μακεδονίτικου κάμπου τόσο υπομονετικό
τόσο αβίαστο, σα να τό ξέρει πως δεν φτάνει κανείς πουθενά»

ΣΕΦΕΡΗΣ, Ωραίο φθινοπωρινό πρωΐ· 1937