Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

η αποδοχή του θεσμού της δουλείας



Τo σκουληκάκι βρίσκεται σ' ώρα γλυκιά κι' εκείνο. *


Η Hanna Arendt συνάγει ότι ακόμα και η αποδοχή του θεσμού της δουλείας από τους 'Ελληνες ήταν μια έμμεση (και έμπρακτη) συνέπεια της απόλυτης προτεραιότητας που έδιναν στην ελευθερία: Θεωρούσαν αυτονόητο να είναι δούλος όποιος είχε ανεχθεί να είναι δούλος – δεν είχε αυτοκτονήσει προκρίνοντας τον θάνατο αντί για την δουλεία. Κατά την ακριβή διατύπωση της Hanna Arendt, οι δούλοι, για τους 'Ελληνες, «είχαν αποδείξει τη δουλική φύση τους από τη στιγμή που δεν είχαν αυτοχειριαστεί αντί να γίνουν δούλοι∙ είχαν φανερώσει τη φυσική τους αναξιότητα, τη φυσική τους ανικανότητα να είναι ελεύθεροι πολίτες».


Χρήστος Γιανναράς, 'Εξι φιλοσοφικές ζωγραφίες (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2011, σ. 72).




-----
* Το εμβληματικό motto εκ του Διονυσίου Σολωμού, Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι (σχεδίασμα Β', απόσπ. 2, στιχ. 9). Για το γιανναρικό απόσπασμα αντιπαράβαλε το γεγονός πως οι δούλοι που πολέμησαν στον Μαραθώνα εναντίον των εισβολέων Περσών, απελευθερώθηκαν κατόπιν. Κέρδησαν ακριβώς την ελευθερία τους πολεμώντας για την Αθήνα (πατρίδα). Ο ίδιος.

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

κάθε σωματική τιμωρία




όταν μένω ξάγρυπνος αργά την νύχτα
μελετώντας
τότε μού λείπεις το πιο πολύ...
(για ποιόν τα κάνω εγώ όλα αυτά;)



Για τον ίδιο λόγο (: επειδή είναι μέγιστη τιμή να είσαι πολίτης, να μετέχεις στο κοινό άθλημα πραγμάτωσης του λόγου-τρόπου της αλήθειας), είναι και αδιανόητη στις ελληνίδες πόλεις κάθε σωματική τιμωρία, κύρωση, ποινή, κολασμός, βάσανος του πολίτη. 'Ολοι οι σύγχρονοι και γείτονες με τους αρχαίους 'Ελληνες λαοί τιμωρούσαν τους παρεκτραπόμενους με μαστιγώσεις, φραγγελώσεις, ακρωτηριασμούς. Για τους 'Ελληνες το σώμα του πολίτη ήταν ιερό, αδύνατο να θιγεί και βεβηλωθεί, αφού χάρη σε αυτό γινόταν πράξη και φανέρωση το κατόρθωμα μετοχής στον κατ' αλήθειαν βίο. Ο Σωκράτης καταδικάζεται από την Εκκλησία του Δήμου σε θάνατο –αφού και στη δημοκρατία ίδια είναι (και θα είναι πάντοτε) η φύση των ανθρώπων, ατελής και εμπαθής. Αλλά δεν υπάρχει δήμιος να εκτελέσει την ποινή, ο Σωκράτης είναι ελεύθερος να φύγει από την πόλιν ή, πειθαρχώντας εκούσια στους νόμους-όρους του πολιτικού αθλήματος, να πάρει μόνος του την κύλικα με το κώνειο και να το πιεί.


Χρήστος Γιανναράς, 'Εξι φιλοσοφικές ζωγραφίες (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2011, σσ. 39-40).


-----
Το motto ολοδικό μου. Για ιδές! Ο ίδιος.

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

για την ησυχαστική έριδα και πάλι




Την κοίταζα ο βαριόμοιρος,
μ' εκοίταζε κι' εκείνη. *

Είναι αλήθεια ότι οι δύο αντιμαχόμενες μερίδες [της ησυχαστικής έριδας] κατηγορούσαν η μία την άλλη για τις ελληνικές ιδέες της· οι παλαμίτες κατηγορούν τους βαρλααμίτες για αριστοτελισμό, ενώ οι τελευταίοι κατηγορούν τους παλαμίτες ότι θέλουν ν' ανανεώσουν τις πλατωνικές ιδέες. Και όχι άδικα· όπως θα δούμε, η παλαμική διδασκαλία περί ακτίστου φωτός, το οποίο εκπορεύεται από το Θεό και επιτρέπει στον ησυχαστή την επικοινωνία με το Θεό, είναι η ανώτατη εκδήλωση της νεοπλατωνικής διδασκαλίας για την εκπόρευση.


Β. Ν. Τατάκης, Η βυζαντινή φιλοσοφία [1949], (μτφρ. Ε. Καλπουρτζή, έκδ. Σχολή Μωραΐτη, Αθήνα 1977, σ. 252).


-----
* Στο motto ολίγος Σολωμός, πλακί. Αν με εννοείς. Εκ της ποιητικής του συνθέσεως Ο Κρητικός (απόσπ.21, στιχ.12). Ο ίδιος.

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012

η ησυχαστική έριδα


Η ησυχαστική έριδα έδειξε με ενάργεια ότι η διάκριση της ουσίας από τις ενέργειες της ουσίας υποστατικά εκφερόμενες δεν είναι μια αφηρημένη μεθοδολογική αρχή, αλλά μια εμπειρικά βεβαιούμενη πιστοποίηση, προϋπόθεση («κλειδί») για τον εμπειρικό χαρακτήρα της γνώσης του Θεού, όπως και κάθε ανθρώπινου προσώπου. Με τη βοήθεια αυτής της διάκρισης μπορούμε να διαγνώσουμε οντολογικό περιεχόμενο στη μαρτυρούμενη εμπειρία της Εκκλησίας (περιεχόμενο πραγματικότητας σχέσεων, υποκείμενων σε επαλήθευση κοινωνούμενης, ανοιχτής στον καθένα, επαλήθευσης –όχι υποκειμενικών «διαισθήσεων», «ενοράσεων», ψυχολογικών προβολών).


Χρήστος Γιανναράς, 'Εξι φιλοσοφικές ζωγραφίες (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2011, σσ. 203-204).


*


Σήμερα, 16η του μηνός Φεβρουαρίου, ενδιαφέρον παρουσιάζει ο βίος τινός Φλαβιανού, όχι του πατριάρχου Κων/πόλεως του φονευθέντος στην Ληστρική Σύνοδο της Εφέσου, το 449 μ.Χ., αλλ' ετέρου τινός. Κατά τον Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου, φέρει τους εξής σημαντικούς στίχους:

Ζωής ματαίας εκπεραιώσας χρόνον,
Ζη Φλαβιανός εις τον αιώνα χρόνον.-



Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

ο τρόπος της ύπαρξης



τον στάχυν
η βλαστήσασα τον αγεώργητον,
και σωτήριον κόσμω,
αξίωσόν με τούτον τρώγοντα
σώζεσθαι *



[...] η χριστιανική (εκκλησιαστική – κοινωνούμενη) εμπειρία ευαγγελίζεται έναν Θεό, αιτιώδη αρχή της ύπαρξης και των υπαρκτών, ελεύθερον από κάθε αναγκαίο προκαθορισμό της ύπαρξής του, ελεύθερον από δεδομένη (ανερμήνευτα) ουσία. Θεό, ο οποίος θέλει να υπάρχει και η ελεύθερη θέλησή του «υποστασιάζει» τον τρόπο της ύπαρξής του ως ελευθερία αγάπης –με τη «σημαντική» σχετικότητα της γλώσσας μας λέμε: είναι ο Πατήρ. Η λέξη δηλώνει όχι όνομα ατόμου (Δίας, Ωρομάσδης) αλλά τον αίτιο δημιουργικού ενεργήματος ιδρυτικού του υπαρκτικού γεγονότος: αυτόν που, αχρόνως και αγαπητικώς, υποστασιάζει ελεύθερα την ύπαρξή του, την συγκροτεί ως αγαπητική κοινωνία υποστάσεων: «Γεννά» ο Πατήρ τον Υιό και «εκπορεύει» το Πνεύμα. Με αυτές τις τρείς λέξεις: Πατήρ, Υιός, Πνεύμα, που δηλώνουν αναφορικότητα και σχέση (όχι οντική αυτονομία ατομικότητας) όπως και με τους προσδιορισμούς: αγέννητος, γεννητός, εκπορευτόν, η αποφατική γλώσσα της εκκλησιαστικής εμπειρίας κατορθώνει το επίτευγμα να πεί ότι ο Θεός αγάπη εστί: 'Οτι αιτιώδης αρχή της ύπαρξης και των υπαρκτών είναι μια προσωπική (αυτοσυνείδητη, λογική) ελευθερία, όχι μια απρόσωπη (μηχανική, αιτιωδώς ανερμήνευτη) αναγκαιότητα.


Χρήστος Γιανναράς, 'Εξι φιλοσοφικές ζωγραφίες (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2011, σσ. 47-48).


*

επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού,
και κατεφίλησεν αυτόν



------
* Το motto εκ της Ακολουθίας της Θείας Μεταλήψεως (Θεοτοκίον της α' ωδής του Κανόνος). Αλλά το ως άνω ενδεικτικό (πατρότητος) στιχάκι εκ του σημερινού ευαγγελίου της Κυριακής του Ασώτου (Κατά Λουκάν, ιε'20). Και να υπογράψω τούτο το postάκι ως «ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών»! (ό.π. στ.30), απόδοσις εις το αρκτικό εκείνο και κοινώς ομονοούμενόν τε και ομολογούμενον: «δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας»! ( ό.π. στ.12). Ο ίδιος.

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

τί μαρτύρια υπέστη ο στρατηλάτης Θεόδωρος...




Tω αυτώ μηνί H', του Aγίου Mεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Στρατηλάτου.


'Ων Θεόδωρος, αξίαν Στρατηλάτης,
Yπήρξε τμηθείς, και Θεού Στρατηλάτης.

'Ομβριμον ογδοάτη Θεοδώρου αυχένα κόψαν.



Oύτος ο Άγιος Θεόδωρος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Λικινίου, εν έτει τκ' [320], καταγόμενος μεν από τα Eυχάιτα, τα οποία κοινώς λέγονται Eφλεέμ, ευρισκόμενα εν τη Γαλατία, κατοικών δε εις την Hράκλειαν, την ευρισκομένην κατά την Mαύρην Θάλασσαν. Oύτος λοιπόν υπερέβαλε τους πολλούς, τόσον κατά το κάλλος της ψυχής και την ευμορφίαν του σώματος, όσον και κατά την δύναμιν των λόγων, διά τούτο και όλοι εφιλοτιμούντο να αποκτήσουν την φιλίαν του. Διά τούτο και ο βασιλεύς Λικίνιος, πολλήν επιμέλειαν και φροντίδα είχε να συνομιλήση με αυτόν, και με όλον οπού ήκουσεν, ότι ήτον Xριστιανός, και ότι σιγχαίνεται και μισεί τους λεγομένους παρά των Eλλήνων και παρ' αυτού του ιδίου θεούς.

'Οθεν τούτου χάριν απέστειλεν από την Nικομήδειαν επίτηδες μερικούς οφφικιάλους εδικούς του, τους οποίους επρόσταξε να φέρουν τον 'Αγιον με τιμήν εις αυτόν. Eπειδή δε ο 'Αγιος Θεόδωρος εμήνυσε με τους ιδίους απεσταλμένους εις τον βασιλέα, ότι αυτός ο ίδιος πρέπει καλλίτερα να υπάγη εις την Hράκλειαν, ομού με τους μεγαλιτέρους του θεούς, και διά άλλας αιτίας, και διά χάριν μερικών υποθέσεων δημοσίων• διά τούτο ευθύς ο βασιλεύς πέρνωντας μαζί του τους χρυσούς και αργυρούς θεούς του, επήγεν εις την Hράκλειαν. O δε 'Αγιος Θεόδωρος επροθυμοποιήθη και ενεδυναμώθη εις το μαρτύριον με οπτασίας νυκτερινάς, αι οποίαι επέμφθησαν εις αυτόν από τον Θεόν. 'Οθεν ευθύς οπού ήκουσεν, ότι ο Λικίνιος επλησίασεν εις τα τείχη της πόλεως, εκάθισεν επάνω εις άλογον, και επροϋπάντησεν αυτόν μετά τιμής, καθώς έπρεπε.

O δε βασιλεύς εμβαίνωντας εις την πόλιν, παρεκάλει τον 'Αγιον να θυσιάση εις τους θεούς. O δε Mάρτυς εζήτησε να πάρη αυτούς διά να τους λατρεύση πρώτον εις τον οίκον του. Πέρνωντας δε ο Άγιος τους θεούς, κατά το μέσον της νυκτός ετζάκισεν αυτούς, και τους εμοίρασεν εις τους πτωχούς. 'Οταν δε εξημέρωσεν, είπε Mαξέντιος ο κομενταρήσιος προς τον βασιλέα, ότι είδε το κεφάλι της μεγάλης θεάς Aρτέμιδος, οπού το εβάστα ένας πτωχός και το περιέφερεν εις τους δρόμους. Tότε άρπασαν παρευθύς οι δορυφόροι του βασιλέως τον 'Αγιον Θεόδωρον, και πρώτον μεν, εκδύνουσιν αυτόν, και τεντόνουσιν από τα τέσσαρα μέρη του σώματος. 'Επειτα δίδουσι με νεύρα βοδίων, εις μεν την ράχιν του αθλητού ξυλίας επτακοσίας, εις δε την κοιλίαν του, ξυλίας πεντήκοντα. Tον δε λαιμόν του Aγίου κτυπώσι με μολυβένας μπάλλας, είτα ξέουσιν αυτόν και με λαμπάδας καίουσιν, ύστερον δε τρίβουσι τας πληγωμένας και κεκαυμένας σάρκας του με τούβλα και κεραμίδια. Kαι έτζι τον ρίπτουσιν εις την φυλακήν, και σφαλίζουσι τους πόδας του εις το τιμωρητικόν ξύλον, αφίνοντες αυτόν εκεί νηστικόν επτά ημέρας.
Mετά ταύτα, εύγαλαν αυτόν από την φυλακήν, και εκάρφωσαν τας χείρας και πόδας του εις ένα σταυρόν. 'Επειτα (ω της θηριώδους απανθρωπίας!) επέρασαν εις το παιδογόνον και κρύφιον μέλος του Mάρτυρος ένα περόνι, το οποίον έφθασεν έως μέσα εις τα εντόσθιά του. Eστέκοντο δε και τριγύρω παιδία, οπού εσαΐτευον τον 'Αγιον εις το πρόσωπον. 'Οθεν από τας σαΐτας εχύθησαν αι κόραι των οφθαλμών του. 'Αλλοι δε κόπτοντες πλαγίως τα κεκρυμμένα του μόρια, εξέκοψαν μαζί και τα σπερμογόνα του μέλη. Eπειδή δε ο 'Αγιος έμεινε την νύκτα εις τον σταυρόν, διά τούτο ενόμισεν ο Λικίνιος, ότι ήδη απέθανεν, απατάτο όμως ο μάταιος. Διατί ο 'Αγιος ελύθη εκ των δεσμών από θείον 'Αγγελον, και όλος έγινεν υγιής, ψάλλων και ευλογών τον Θεόν. 'Οταν δε εξημέρωσεν, έστειλεν ο Λικίνιος ανθρώπους διά να πάρουν το σώμα του και να το ρίψουν εις την θάλασσαν. Oι δε απεσταλμένοι βλέποντες τον 'Αγιον ζωντανόν και υγιή, επίστευσαν εις τον Xριστόν άνθρωποι ογδοηνταπέντε, και μετά ταύτα επίστευσαν και άλλοι τριακόσιοι, των οποίων ήτον πρώτος ο ανθύπατος Kέστης. Oύτοι γαρ αποσταλέντες διά να θανατώσουν τους πιστεύσαντας ογδοηνταπέντε, επίστευσαν και αυτοί.

Bλέπoντας δε ο Λικίνιος, πως ήτον η πόλις τεταραγμένη, επρόσταξε να αποκεφαλίσουν τον 'Αγιον. Xριστιανοί δε πολλοί εκεί ευρισκόμενοι, εμπόδιζον τους στρατιώτας. 'Aλλ' ο 'Αγιος μόλις καταπαύσας τους Xριστιανούς, απεκεφαλίσθη, και ούτως έλαβεν ο μακάριος του μαρτυρίου τον στέφανον. Tο δε άγιον αυτού λείψανον ανεκομίσθη από την Hράκλειαν εις τα Eυχάιτα, και ετέθη εις τον πατρικόν αυτού οίκον, καθώς ο Mάρτυς επρόσταξε περί τούτου τον ταχυγράφον του Aύγαρον. O οποίος παρών εις το μαρτύριόν του, έγραψε τας κατά μέρος ερωτήσεις και αποκρίσεις του Aγίου, και τα διάφορα είδη των βασάνων οπού έλαβε, και τας παρά Θεού βοηθείας και αντιλήψεις, οπού ηξιώθη.

(Tον κατά πλάτος Bίον αυτού, όρα εις τον πεζογράφον Δαμασκηνόν.)


ΣΗΜΕΙΩΣΗ
H δε ανακομιδή του λειψάνου του, εορτάζεται κατά την ογδόην του Iουνίου. Σημείωσαι, ότι εις τον 'Αγιον τούτον Θεόδωρον, εγκώμιον έπλεξεν Eυθύμιος ο Ζυγαδηνός, ου η αρχή• «Tον του Θεού δώρων επώνυμον Mάρτυρα», όπερ μετέφρασεν εις το απλούν η εμή αδυναμία, και ευρίσκεται εις το εν Kαρεαίς κελλίον των Aγίων Θεοδώρων. O δε ελληνικός αυτού Bίος ευρίσκεται εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή• «Λικινίω τω βασιλεί».



'Αγιος Νικόδημος Αγιορείτης, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, Μην Φεβρουάριος, ως εικός.-

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

μια πρόταση οντολογικής ερμηνείας της πραγματικότητας


Μια πρόταση οντολογικής ερμηνείας της πραγματικότητας, ανοιχτή στη δυνατότητα κοινωνούμενης εμπειρικής επαλήθευσης, προτείνει νόημα (αιτία και σκοπό) του υπαρκτού. Η πρόταση νοήματος επαληθεύεται ή διαψεύδεται, παρακάμπτεται ή κοινωνείται από τα μέλη μιάς συλλογικότητας –δεν γίνεται αναγκαστή με απόφαση της πλειοψηφίας ούτε βέβαια είναι δυνατό να επιβληθεί από μερικούς σε όλους. Γι' αυτό και η μεν εφαρμογή ιδεολογιών παράγει τύπους πολιτευμάτων ή καθεστώτων, ενώ ο εμπειρικός συντονισμός με προτάσεις νοήματος παράγει πολιτισμό, διαφορές πολιτισμικών «παραδειγμάτων».

Η προσωποκεντρική οντολογία είναι μια πρόταση νοήματος που παρήγαγε, σε μια διάρκεια δεκαπέντε περίπου αιώνων (από τον 4ο ώς τον 19ο), τον πολιτισμό της ελληνορωμαϊκής «οικουμένης» (του ψευδωνύμως λεγόμενου «Βυζαντίου») και των όποιων επιβιώσεών του (στους σλαβικούς λαούς και στις υπόδουλες, κάτω από την οθωμανική κυριαρχία, κοινωνίες των Ορθοδόξων). Μιλάμε για πολιτισμό, δηλαδή για κοινό τρόπο του βίου: για Τέχνη, κοινωνικούς θεσμούς, αισθητική της καθημερινότητας και πρακτικές της καθημερινότητας, εθισμούς σε ιεραρχήσεις αναγκών και κριτήρια ιεραρχήσεων.


Χρήστος Γιανναράς, 'Εξι φιλοσοφικές ζωγραφίες (έκδ. 'Ικαρος, Αθήνα 2011, σσ. 222-223).

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

εκ μέσου των πετρών δώσουσι φωνήν



ίνα καρποφορήσωμεν τω Θεώ [...]
εν καινότητι πνεύματος...


«Ψηλά στον τρισχαριτωμένο ναό της Περιβλέπτου [στον Μυστρά], ανάμεσα από αβέβαιες επικίνδυνες σκαλωσιές, ανάερα κρεμασμένος σαν πολυέλαιος της εκκλησιάς, με την άσπρη εργατική μπλούζα του, με την παλέτα και το πινέλο στα χέρια, στρογγυλοπρόσωπος κι εκστατικός, πρόβαλε καλοσωρίζοντάς με ο Κόντογλου. Ποτέ δεν είδα αυτόν τον άνθρωπο, χωρίς να σκιρτήσει η καρδιά μου. Στο δρόμο περνώντας, βλέπεις χιλιάδες ανθρώπους και λες: νεκροταφείο κινούμενο είναι ο δρόμος. 'Ολοι τούτοι πέθαναν ή θα πεθάνουν. Σαν τα πρόβατα, σαν τις όρνιθες, καταχτυπούν μια στιγμή τις σκόνες και τα πεζοδρόμια κι ύστερα θα χαθούν, σαν να μην υπήρξαν ποτέ τους. Και ξάφνου βλέπεις έναν και τινάζεσαι χαρούμενος. Λες: τούτος δεν θα πεθάνει. Τούτος έχει ψυχή, πιάνει την ύλη και την κάνει πνεύμα, τού δόθηκε μια στάλα εφήμερη ζωή και την κάνει αθανασία... τα μάτια του λάμπουν κι είναι τα χέρια του γεμάτα ανυπομονησία και δύναμη. Κι όταν τον παρασφίξει η πίκρα, αρχινάει και ψέλνει ένα τροπάρι: «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια...» ή «Σιγησάτω πάσα σαρξ βροτεία...». Κι η πίκρα ξορκίζεται κι η γης μετατοπίζεται κι ο Κόντογλου, με τα σγουρά μαλλιά του, με τα μεγάλα του μάτια μπαίνει ολάκερος στον παράδεισο».



Γράφει, [ποιός;], ο Καζαντζάκης για τον κυρ-Φώτη Κόντογλου, στο άρθρο του: «Θνητοί και Αθάνατοι»! Αντλημένο από άρθρο της 'Εφης Μαυρομιχάλη (Λέκτορος της Ιστορίας της Τέχνης), με θέμα: «Φώτης Κόντογλου: Ο ζωγράφος της πονεμένης Ρωμηοσύνης», απ' εδωδά.


-----
Ο τίτλος του παρόντος είναι στίχος ειλημμένος εκ του Προοιμιακού ψαλμού. Το motto, όμως, εκ της Προς Ρωμαίους (ζ' 4,6) επιστολής του Παύλου. Ο ίδιος.-